ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ 3

41

Οργάνωση τής γλώσσας σε «μέρη τού λόγου»

Θέλοντας να εκφράσουν έναν κόσμο που αποτελείται, κατά βάσιν, από δύο κατηγορίες, αφ’ ενός από ενέργειες / δράσεις / πράξεις / καταστάσεις και αφ’ ετέρου από ποικίλες οντότητες (πρόσωπα, πράγματα, αποτελέσματα ενεργειών κ.ά.), οι ομιλητές τής ελληνικής γλώσσας (και των γλωσσών τής ινδοευρωπαϊκής οικογένειας γενικότερα) επινόησαν αντιστοίχως δύο βασικές κατηγορίες: τα ΡΗΜΑΤΑ και τα ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ.

 

Τα ουσιαστικά δήλωσαν τις ουσίες, τα όντα, τις ποικίλες οντότητες τού κόσμου τής φυσικής πραγματικότητας, τα δε ρήματα προσδιορίστηκαν παλαιότερα ως «ό,τι λέγεται για τις ουσίες», ως λόγοι («ρήματα») για τα ουσιαστικά.
Όλα τα άλλα μέρη τού λόγου συνεχίζουν περαιτέρω την ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ με πρωταρχικά στοιχεία τα «επί των ουσιαστικών τιθέμενα», τα ΕΠΙ-ΘΕΤΑ, και τα «επί των ρημάτων τιθέμενα», τα ΕΠΙ-ΡΡΗΜΑΤΑ. Επίθετα και επιρρήματα είναι πρωτοτυπικά (τα κατ’ εξοχήν προορισμένα) στοιχεία που αποσκοπούν να εξειδικεύσουν ή –όπως συνήθως λέγεται– να προσδιορίσουν τα μεν επίθετα τα ουσιαστικά (π.χ. υπεύθυνος πολίτης), τα δε επιρρήματα τα ρήματα (π.χ. Ζωγραφίζει υπέροχα).
Περαιτέρω, εξειδικευτικά των ουσιαστικών, παράλληλα προς τα επίθετα, είναι τα ΑΡΘΡΑ (π.χ. ο φιλόσοφος) και οι (επιθετικές) ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ (π.χ. εκείνη η γυναίκα). Επιπρόσθετα, ως εξειδικευτικά των ρημάτων λειτουργούν ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ με ουσιαστικά, τα λεγόμενα «εμπρόθετα σύνολα» (π.χ. Γράφει με στυλό) και ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ με ρήματα, οι λεγόμενες «επιρρηματικές προτάσεις» (π.χ. Έτρεχε με 200 χλμ., όταν τον σταμάτησε η τροχαία).
Ενδιαφέρουσα είναι ακόμη η λειτουργία των ΜΕΤΟΧΩΝ ως εξειδικευτικών στοιχείων τόσο για ουσιαστικά (π.χ. ο σκεπτόμενος άνθρωπος) όσο και για ρήματα (π.χ. Έψαχνε επί μέρες, νομίζοντας ότι θα μπορούσε να το βρει).
Τα ΕΠΙΦΩΝΗΜΑΤΑ (π.χ. αχ, χτύπησε πάλι!) στη σύγχρονη ανάλυση τής γλώσσας θεωρούνται απλοί δείκτες, όπως και όσα παλαιότερα χαρακτηρίζονταν μόρια (να, θα, ας).
Ας σημειωθεί ότι, πέραν των «πρωτοτυπικών» (πρωταρχικών) μορφών εξειδίκευσης που περιγράψαμε, στη γλώσσα λειτουργούν και άλλοι συνδυασμοί, π.χ. εμπρόθετα που εξειδικεύουν ουσιαστικά (π.χ. η κοπέλα με τα γαλανά μάτια), ουσιαστικά που εξειδικεύουν ουσιαστικά (π.χ. ένα μπουκάλι μπίρας), επιρρήματα που εξειδικεύουν ουσιαστικά (π.χ. ο επάνω όροφος) κ.ά.
Γενικότερα, Η ΣΥΝΔΥΑΣΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΜΕΡΩΝ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ που επιτρέπεται σε κάθε γλώσσα είναι τόσο ευρεία, ΩΣΤΕ –μέσα στο πλαίσιο τής οικονομίας τής γλώσσας– ΛΙΓΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΕ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΠΟΛΛΩΝ ΣΥΝΔΥΑΣΜΩΝ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ ΕΝΑΝ ΠΛΟΥΣΙΟ ΔΙΑΚΟΣΜΟ ΛΕΠΤΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΚΙΛΟΜΟΡΦΗΣ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ.

→ ΠΗΓΗ : Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ «Σύγχρονη σχολική γραμματική για όλους»
(Κεντρο Λεξικολογίας, β΄ έκδοση 2019, σελίδες 487)

 

 

Εκτύπωση Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο