Η γλώσσα ως θεσμός

Η ετυμολογική προέλευση τής λέξης θεσμός από το τίθημι «θέτω» δείχνει ότι πρόκειται για κάτι που «τίθεται», που θέτουν οι άνθρωποι, όπως θέτουν και τη θέμιδα και τα θεμέλια. Θεσμός, θέμις, θεμέλιο, όλα δηλώνουν ό,τι κάτι τίθεται είτε από τους ανθρώπους είτε, λιγότερο, και από τους (ανθρωπομορφικά πλασμένους) θεούς. Ειδικότερα η ετυμολογική προέλευση τής λέξης θεσμός δηλώνει ότι κάτι που τίθεται μέσα σε μια κοινωνία –πράγμα που προϋποθέτει ευρύτερη, αν όχι γενική, αποδοχή– φτάνει να γίνει έθος ή παράδοση, δηλαδή κάτι που τηρείται διότι έτσι ετέθη και επικράτησε, ή να γίνει νόμος, να προσλάβει τυπική και καθολική ισχύ εφαρμογής, επιβαλλόμενης από την Πολιτεία.

O απαρτισμός τού ιδιαίτερου συστήματος σημείων και κανόνων, του ιδιαίτερου κώδικα συνεννόησης κάθε εθνικού συνόλου, επομένως ο απαρτισμός κάθε εθνικής γλώσσας αποτελεί θεσμό που δημιουργείται βαθμηδόν, με σιωπηρή συμφωνία των μελών ενός έθνους, μέσα στην πάροδο τού χρόνου και σύμφωνα με τις επικοινωνιακές ανάγκες και το πολιτισμικό επίπεδο κάθε λαού. 

Ο θεσμός τής γλώσσας, άπαξ και καθιερωθεί, αποτελεί τον πιο δεσμευτικό θεσμό των μελών κάθε κοινωνίας, θεσμό ισχυρότερο των νόμων ή άλλων εθιμικώς ισχυουσών δεσμεύσεων που ρυθμίζουν τη ζωή των κοινωνιών. Νόμοι και έθιμα, περισσότερο οι πρώτοι, λιγότερο τα δεύτερα, μεταβάλλονται συνειδητά από τα μέλη τής κοινωνίας, αντίθετα προς τη γλώσσα όπου οι μεταβολές επέρχονται ασυνείδητα και σε μεγάλο μάκρος χρόνου. Η γλώσσα κάθε λαού, η μητρική γλώσσα, προκαθορίζεται και προϋπάρχει για τα άτομα. Δημιουργείται στο ξεκίνημα κάθε εθνικής κοινωνίας και παραδίδεται έκτοτε ως θεσμός απαρέγκλιτος για τα μέλη της. Η Ελληνική λ.χ. υπάρχει ως σύστημα, ως λόγος, πριν από μας που τη μιλούμε. Αποτελεί θεσμό που παραλαμβάνουμε. Δεν φτιάχνουμε εμείς τη δομή, τους κανόνες, το λεξιλόγιό της. «Τη γλώσσα μού έδωσαν Ελληνική» θα πει ο Ελύτης, χρησιμοποιώντας το ρήμα έδωσαν, για να χαρακτηρίσει την παλαιότητα τού θεσμού τής ελληνικής γλώσσας ήδη από τον Όμηρο («στις αμμουδιές τού Ομήρου»). Ο δε Κοραής θα τονίσει τη «δημοκρατική ισότητα» με την οποία μετέχουμε όλοι στο «κοινὸν κτῆμα» τής γλώσσας.

Η διττή αυτή λειτουργία τού θεσμού τής γλώσσας –ως δέσμευσης τού ανθρώπου να εφαρμόζει συγκεκριμένο σημειακό σύστημα αλλά συγχρόνως και ως ελευθερίας τού ανθρώπου ο οποίος λυτρώνεται, δηλαδή απελευθερώνεται, με την κοινώνηση, την ανα-κοίνωση των νοημάτων του με πληρότητα (πληρο-φόρηση)– δηλώνει και τη βαθύτερη ουσία των θεσμών. Θεσμός δεν είναι αυτό που, αφού άπαξ ετέθη ή εν χρόνω διαμορφώθηκε, παραμένει εφεξής απόλυτα δεσμευτικό και αναλλοίωτο. Αντίθετα, ο θεσμός ως ανθρώπινη σύμβαση, ρητή ή σιωπηρή, ακολουθεί τη δυναμική των πραγμάτων και καταστάσεων που ρυθμίζει. Επειδή, ωστόσο, η ίδια η έννοια τού θεσμού προϋποθέτει τη χρονική καταξίωσή του, δηλαδή διάρκεια και συντήρηση, δεν είναι δυνατόν ο θεσμός να αλλάζει με ταχείς ρυθμούς. Αντ’ αυτού οι ουσιώδεις θεσμοί, μεταξύ των οποίων και η γλώσσα, επιτρέπουν ευρύτερες μορφές εφαρμογής τους απολύτως συμβατές με τη δυναμικότητα και τον δημιουργικό χαρακτήρα τους. Διαφορετικά οι θεσμοί, που συνδέονται με τη ζωή τού ανθρώπου, θα κινδύνευαν να είναι μονίμως ξεπερασμένοι και υπό συνεχή αναθεώρηση, πράγμα που θα προσέκρουε στη φύση τους.

Πηγή: Γ. Μπαμπινιώτης, Η γλώσσα μας, Κέντρο Λεξικολογίας. Δείτε το βιβλίο εδώ.

 γλώσσα ως θεσμός 1 Νοεμβρίου 2023

Ετικέτες: Γλώσσα, θεσμός

Εκτύπωση Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο