κοσμοείδωλο

η συνολική αντίληψη που σχηματίζει ο άνθρωπος για τον γύρω του φυσικό κόσμο· κοσμοαντίληψη, κοσμοθεωρία.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

Σε μια προσπάθεια σύγκρισης των στοιχείων τού δαρβινικού με το νευτώνειο κοσμοείδωλο, θα είχα να παρατηρήσω τα ακόλουθα:...

Πρεσβεύει την επιστροφή στα καθαρά πρότυπα τής κλασικής Αρχαιότητας και πάντα στο πλαίσιο τού αριστοτελικού κοσμοειδώλου.

Στις παραδοσιακές κοινωνίες ο χορός λειτουργούσε ως φορέας επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων τής κοινότητας και εμπεριείχε όλο το κοσμοείδωλο τού χώρου αυτού.

Βλ.λ. βιοθεωρία, κοσμοθεωρία

ΕΤΥΜ. λόγια λέξη τής Νέας Ελληνικής, < κόσμος + είδωλο· αποδίδει το γερμ. Weltbild.

Εκτύπωση Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο