Η ελληνική γλώσσα ως όχημα διάδοσης τής χριστιανικής διδασκαλίας
7 Ιουνίου 2018Μια εκπαιδευτική τραγωδία
8 Ιουνίου 2018Πρόλογος από το βιβλίο τού Ινστιτούτου Επεξεργασίας τού Λόγου: Η μηχανική μετάφραση και η ελληνική γλώσσα (Αθήνα: Καστανιώτης), σ. 9-17
Συχνά σε κείμενά μου έχω προσπαθήσει να δείξω ότι οι γλωσσικές εφαρμογές τής Πληροφορικής και η κατάλληλη μηχανική επεξεργασία των φυσικών γλωσσών είναι ευλογία για τη γλώσσα και, συνεπώς, ότι όχι μόνο δεν «κινδυνεύει» η ελληνική γλώσσα από τέτοιες εφαρμογές αλλά αντιθέτως ότι με αυτές εξασφαλίζονται οι δυνατότητες για μια περισσότερο ποιοτική χρήση τής ελληνικής γλώσσας.
Ιδιαίτερα η μηχανική μετάφραση, είτε σε περισσότερο χρηστικές συλλήψεις της όπως το σύστημα SYSΤRAN είτε σε πολύ πιο φιλόδοξες γλωσσολογικά αναπτύξεις της όπως το πρόγραμμα EUROTRA, υπήρξε πολλαπλώς ευεργετική για τη μελέτη τής ελληνικής γλώσσας. Γιατί η μηχανική μετάφραση οδήγησε σε μορφολογική ανάλυση τής Ελληνικής, σε συντακτική ανάλυση καίριων φαινομένων της (χρόνου, ποιού ενεργείας τού ρήματος κ.ά.) καθώς και σε σημασιολογική ανάλυση μεγάλου μέρους τού λεξιλογίου. Τέτοιες αναλύσεις, όμως, προϋποθέτουν την κινητοποίηση γλωσσολόγων και πληροφορικών τής γλώσσας, οι οποίοι εφαρμόζουν τα διδάγματα τής θεωρητικής γλωσσολογίας, καταλλήλως προσαρμοσμένα στις ανάγκες τής Πληροφορικής. Και αποδεικνύεται ότι δεν είναι λίγες οι φορές που αρχές, πορίσματα και υποθέσεις τής θεωρίας τής γλώσσας δοκιμάζονται σε μηχανικές αναλύσεις γλώσσας (επεξεργασία γλώσσας, μηχανική μετάφραση), επαληθευόμενες ή διαψευδόμενες κατά την εφαρμογή τους σε ευρύτερο γλωσσικό υλικό (corpus).
Με άλλα λόγια, τόσο η επεξεργασία τής Ελληνικής ως φυσικής γλώσσας όσο και οι αναλύσεις για τη μηχανική της μετάφραση βοήθησαν στη βασική γλωσσολογική έρευνα τής Ελληνικής, όπως φαίνεται από κείμενα που δημοσιεύονται σ’ αυτόν τον τόμο αλλά και από το πλήθος των νέων γλωσσολόγων και πληροφορικών που α-σχολούνται πλέον με συναφείς έρευνες. Η ανάπτυξη αυτή συμβαδίζει με την αλματώ-δη εξέλιξη τής Γλωσσολογίας στη χώρα μας τα τελευταία 25 χρόνια, φανερή τόσο στην έρευνα όσο και στον τεράστιο αριθμό νέων επιστημόνων που ειδικεύονται στη Γλωσσολογία και διεξάγουν μεταπτυχιακές σπουδές εντός και εκτός Ελλάδος.
Στη στενότερη γλωσσική επικοινωνία των λαών που προκύπτει από την Ευ-ρωπαϊκή ΄Ενωση και μέσα στο πλαίσιο της πολυγλωσσίας που πρέπει να χαρακτηρίζει την πολυεθνική και πολυπολιτισμική Ευρωπαϊκή Κοινότητα, η Ελληνική πρέπει να εισαχθεί το συντομότερο σε πολύγλωσσα ευρωπαϊκά πρωτότυπα για ποικίλες εφαρμογές. ΄Ετσι θα εξασφαλιστεί στην πράξη -και όχι με τη μορφή «εθνικών δια-κηρύξεων»- η παρουσία τής Ελληνικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εδώ μάλιστα θα άξιζε για μια ακόμη φορά να τονιστεί ότι οι λιγότερο ομιλούμενες γλώσσες όπως η Ελληνική χρειάζονται περισσότερο αυτή την παρουσία, όπως χρειάζονται και τη μηχανική μετάφραση, αφού η μετάφραση και η πολυγλωσσία είναι η «άμυνα» των λιγότερο ομιλουμένων γλωσσών και ο μόνος φραγμός στον γλωσσικό επεκτατισμό που ισχύει, από τα πράγματα, για γλώσσες όπως η Αγγλική.
Τέλος, επειδή η σχέση τής Νέας Ελληνικής με τις άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες δεν υπήρξε ποτέ ανταγωνιστική αλλά συμπληρωματική και επειδή η έρευνα, η εκμά-θηση, η διδασκαλία και η παράλληλη χρήση περισσοτέρων ευρωπαϊκών γλωσσών απαιτούν τη συγκριτική μελέτη των γλωσσών αυτών, η μηχανική ανάλυση και επεξεργασία της Ελληνικής επιτρέπει την αξιοποίησή της και στην αντιπαραβολική (συγκριτική) προσέγγιση των ευρωπαϊκών γλωσσών. Η «ένταξη» τής ελληνικής γλώσσας στην «Πληροφορική Κοινότητα» των ευρωπαϊκών γλωσσών είναι πολιτισμικά εξίσου απαραίτητη με την ένταξη της χώρας μας στο ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα.
Αξίζουν συγχαρητήρια στο Ι.Ε.Λ., ιδιαίτερα στον ρέκτη διευθυντή του καθηγητή κ. Γιώργο Καραγιάννη και στους εκλεκτούς συνεργάτες του για την ώθηση που έχουν δώσει από τα πρώτα χρόνια τής ίδρυσης τού Ι.Ε.Λ. στη μηχανική ανάλυση τής ελληνικής γλώσσας τόσο με τη δυναμική παρουσία τής Ελλάδας στο EUROTRA (και την υποστήριξη, τα τελευταία χρόνια, τού SYSTRAN) όσο και με την ανάπτυξη και συμμετοχή τού ΙΕΛ σε πλήθος γλωσσικών ερευνητικών προγραμμάτων που έχουν καταστήσει το Ι.Ε.Λ. ευρύτερα γνωστό. Μέσα από αυτά και η γλώσσα μας προωθή-θηκε στο πεδίο της έρευνας και των εφαρμογών για την καλύτερη γνώση και χρήση της (πβ. λ.χ. το Πρόγραμμα Λογομάθεια) και διαμορφώθηκε ένα πλήθος νέων επι-στημόνων, ειδικευμένων σε θέματα υπολογιστικής γλωσσολογίας. Καρπός αυτών των ερευνών είναι και ο παρών πρώτος τόμος των επιστημονικών εκδόσεων τού Ι.Ε.Λ., που επιμελήθηκαν με ιδιαίτερη φροντίδα οι κ. Μ. Σταύρου και Μ. Τζεβελέ-κου, ώστε να είναι αντάξιος τού επιπέδου τής επιστημονικής εργασίας που επιτελείται στο Ι.Ε.Λ.