Περί «εκπαιδευτικής φιλανθρωπίας» στα Πανεπιστήμια
15 Ιουνίου 2018Το νόημα τής συναίνεσης στην Παιδεία
15 Ιουνίου 2018
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ (Νέες Εποχές)
29 Μαΐου 2005
Πριν από λίγες μέρες κινητοποιήθηκαν οι πανεπιστημιακοί με αιτήματα που αφορούν στη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων, τη διαδικασία αξιολόγησης και την αναγνώριση των πτυχίων των Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών ως ισότιμων προς τα πανεπιστημιακά. Παράλληλα, η χώρα μας διά τής Υπουργού Παιδείας μετέσχε στη διάσκεψη τού Μπέργκεν για τα θέματα «τού ενιαίου χώρου τής Ανώτατης Εκπαίδευσης» που είναι ο ευρωπαϊκός στόχος τής
συμφωνίας τής Μπολώνιας
(Πράγας – Βερολίνου – Μπέργκεν). H αξιολόγηση των A.E.I. ήλθε στο επίκεντρο των συζητήσεων (με πολλές παρεξηγήσεις από πολλές πλευρές), ενώ παράλληλα ζούμε για μια ακόμη φορά το δράμα των Πανελλαδικών εξετάσεων σε μία πράξη (αφού οι εξετάσεις περιορίστηκαν σε μία τάξη, την Γ´ Λυκείου!…). Εύλογα, λοιπόν, ο απλός πολίτης, αν-ενημέρωτος όπως είναι (και γι’ αυτό «αν-ημέρωτος», δηλ. εξαγριωμένος…), απορεί για το τι συμβαίνει με την Ανώτατη Παιδεία μας. Τι θέλει, τι κάνει και πού βαδίζει η πανεπιστημιακή εκπαίδευση; Οι γραμμές που ακολουθούν ίσως διαλύσουν την αχλύ και βοηθήσουν σε μια υπεύθυνη ενημέρωση.
* Τι συμφώνησαν οι χώρες της E.E.
Οι χώρες τής E.E. συμφώνησαν και αποφάσισαν στην Μπολώνια να δημιουργήσουν στην Ευρώπη έναν «ενιαίο χώρο Ανώτατης Παιδείας», που αφενός μεν θα κατοχυρώνει μια υψηλού επιπέδου Ανώτατη Παιδεία, αφετέρου δε θα λειτουργεί ανταγωνιστικά προς τις μεγάλες χώρες (H.Π.A., Αυστραλία κ.ά.), συγκεντρώνοντας στην Ευρώπη μεγάλους αριθμούς φοιτητών μη ευρωπαϊκών χωρών για προπτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές. Παράλληλη επιδίωξη των χωρών τής E.E. – χωρίς να ομολογείται δημόσια – είναι η μείωση τού ολοένα αυξανόμενου κόστους σπουδών στην Ανώτατη Εκπαίδευση, που για τις χώρες με υψηλά κονδύλια για την Παιδεία γίνεται δυσβάστακτο και το οποίο πρέπει πάση θυσία να μειωθεί με έμμεσους, κοινωνικά αποδεκτούς, τρόπους. Οι τρόποι αυτοί είναι η μείωση τής διάρκειας των δωρεάν προπτυχιακών σπουδών από τέσσερα σε τρία χρόνια με μετατόπιση των εξειδικευμένων γνώσεων στις μεταπτυχιακές σπουδές (που δεν είναι δωρεάν στις περισσότερες χώρες), η προσέλκυση ξένων φοιτητών (από χώρες εκτός τής E.E.) που θα καταβάλλουν δίδακτρα για τις προπτυχιακές ή/και μεταπτυχιακές σπουδές και η ανάπτυξη δραστηριοτήτων (όπως τα Προγράμματα επιμόρφωσης ή διά βίου Εκπαίδευσης) που αποτελούν μορφές αυτοχρηματοδότησης. Ειδικότερα για την προσέλκυση φοιτητών ας σημειωθεί ότι πάνω από 200.000 φοιτητές από την Κίνα σπουδάζουν ήδη στις H.Π.A., στην Αυστραλία και στην Ευρώπη μαζί με πολλές δεκάδες χιλιάδων φοιτητών από διάφορες χώρες τής Ασίας και τής Αφρικής. Υπολογίζεται ότι τα έσοδα από τα ετήσια δίδακτρα ανέρχονται σε ποσά ύψους 30 δισ. δολαρίων!
Πώς θα δημιουργηθεί όμως ο «ενιαίος χώρος»; Πώς θα βελτιωθεί η ποιότητα και πώς θα επιτευχθεί η ανταγωνιστικότητα; Πρώτα πρώτα επιβάλλεται να υπάρξει η «διασφάλιση τής ποιότητας» για κάθε ένα και για όλα τα A.E.I. των χωρών τής E.E. Επιβάλλεται δηλαδή να γίνει αξιολόγηση («διασφάλιση ποιότητας» το λένε στον «συνθηματικό» κώδικα τής Μπολώνιας!). Αξιολόγηση απαιτούσαν ήδη τα Ερευνητικά Προγράμματα από το Κοινοτικό Πλαίσιο, γι’ αυτό και πολλά Τμήματα και των δικών μας A.E.I. (και όλα σχεδόν τα ευρωπαϊκά A.E.I.) έχουν προβεί σε αξιολόγηση. Ο ενιαίος χώρος προϋποθέτει περαιτέρω τη στενή συνεργασία των A.E.I. μεταξύ τους (ήδη συνεργάζονται σε κοινά ερευνητικά προγράμματα). Αυτό απαιτεί συγκρισιμότητα των σπουδών, δηλαδή συγκρίσιμο αριθμό πιστωτικών μονάδων (credits) για τα διδασκόμενα αντικείμενα, και συνοδευτική βεβαίωση τού πτυχίου που θα περιγράφει διάρκεια, αντικείμενα και πιστωτικές μονάδες (Diploma Supplement). H συγκρισιμότητα των σπουδών θα διευκολύνει και έναν άλλο επιδιωκόμενο στόχο: τη διακινητικότητα (mobility) των φοιτητών, τη δυνατότητά τους δηλαδή να φοιτούν (για μερικά εξάμηνα) σε διαφορετικά ευρωπαϊκά πανεπιστήμια με πλήρη αναγνώριση των σπουδών και τής επίδοσής τους (βαθμών). Πάλι εν ονόματι τής συγκρισιμότητας (αλλά και τής εξοικονόμησης κονδυλίων, όπως εξηγήσαμε) επιβάλλεται οι κύκλοι σπουδών και η διάρκειά τους να είναι ομοιόμορφοι. Εχει αποφασισθεί να ισχύει γενικότερα το σχήμα 3-5-8 (τριετείς προπτυχιακές σπουδές, διετείς για α´ μεταπτυχιακό δίπλωμα/master και πρόσθετες τριετείς για διδακτορικό). Σ’ αυτές τις προδιαγραφές (με εξαίρεση τις προπτυχιακές σπουδές που η Ελλάδα – και ορθώς – τις θέλει τετραετούς διάρκειας) έχει δεσμευθεί (με υπογραφές) να συμμορφωθεί και η Ελλάδα, αλλιώς θα έπρεπε να ακολουθήσει έναν «μοναχικό δρόμο», μένοντας στο περιθώριο.
* Τι ζητούν οι πανεπιστημιακοί
Σ’ αυτά η Ανώτατη Εκπαίδευση τής Ελλάδας, τα A.E.I. και τα T.E.I. και οι πλείστοι πανεπιστημιακοί που διδάσκουν σ’ αυτά, δεν είναι κατ’ αρχήν αντίθετοι. Και την ποιότητα επιζητούμε και μοχθούμε γι’ αυτήν, και τη συνεργασία και τη διακινητικότητα των φοιτητών μας θέλουμε και τα κοινά πτυχία, τα δε τελευταία χρόνια έχουμε θέσει σε λειτουργία πλήθος μεταπτυχιακών προγραμμάτων (μόνο το Πανεπιστήμιο Αθηνών έχει περί τα 90!). Και την αξιολόγηση τη δεχόμαστε «υπό όρους» οι πλείστοι πανεπιστημιακοί, όπως έχει επανειλημμένως δηλώσει η Σύνοδος των Πρυτάνεων. (Ας σημειωθεί ότι ο τρόπος που συνδικαλιστικά τέθηκε το θέμα από τους πανεπιστημιακούς ίσως προκάλεσε παρεξηγήσεις και επιθέσεις ακόμη εναντίον των πανεπιστημιακών, ότι αποκλείουν δήθεν κάθε αξιολόγηση). Οι όροι που τίθενται αντικειμενικά είναι ό,τι θα ζητούσε κάθε λογικός και υπεύθυνος επιστήμονας και πανεπιστημιακός δάσκαλος αλλά και κάθε καλόπιστος απλός πολίτης: να εξασφαλίσει η Πολιτεία στα A.E.I. την απαιτούμενη χρηματοδότηση για να καλυφθούν άμεσες και στοιχειώδεις ανάγκες λειτουργίας τους, όπως είναι οι απαραίτητες (σε χωρητικότητα και αριθμό) αίθουσες διδασκαλίας, τα απαραίτητα Εργαστήρια, τα απαιτούμενα διδακτικά και διοικητικά μέλη σε μερική έστω αναλογία προς το πλήθος των εισαγομένων φοιτητών, ο απαραίτητος εξοπλισμός και η εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για τα A.E.I., η χρηματοδότηση τής βασικής ιδίως έρευνας. Χωρίς αυτά – λέμε με απόλυτη ειλικρίνεια οι πανεπιστημιακοί – είναι βέβαιο ότι τα Τμήματα και τα Πανεπιστήμιά μας θα εκτιμηθούν αρνητικά εκ των προτέρων και θα υποβιβασθούν χωρίς ευθύνη των Πανεπιστημίων. Με αποτέλεσμα – φάνηκε και από μια δήλωση τής Υπουργού αλλά είναι και λογικό και αναμενόμενο – να μην μπορούν να διεκδικήσουν τα ελληνικά A.E.I. επί ίσοις όροις προγράμματα έρευνας εντός και εκτός Ελλάδος, πράγμα που συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξή τους, ή να μην μπορούν να βρουν δουλειά οι απόφοιτοί τους κ.λπ. Σ’ αυτό το σημείο είναι που και οι φοιτητές διαμαρτύρονται με το δίκιο τους: «Τι φταίμε εμείς να υποβαθμιστούν τα πτυχία μας για ελλείψεις και αδυναμίες για τις οποίες ευθύνεται η Πολιτεία;». Ας εκπληρώσει, πρώτα, λοιπόν, η Πολιτεία, μετά από μια λεπτομερή καταγραφή τής καταστάσεως στα A.E.I. και T.E.I. («εσωτερική αξιολόγηση»), τις υποχρεώσεις της ως προς στοιχειώδεις και κραυγαλέες ελλείψεις, κενά και δυσλειτουργίες που οφείλονται στην ίδια και από ‘κεί και πέρα μόνο κακόπιστες, ανεδαφικές και, σίγουρα, ελάχιστες μεμονωμένες πανεπιστημιακές φωνές μπορούν να αμφισβητήσουν την αξιολόγηση. H δική μας πρόταση είναι η αξιολόγηση να ακολουθήσει τρία διαδοχικά στάδια: α) εσωτερική αξιολόγηση, β) αντιμετώπιση από την Πολιτεία των βασικών ελλείψεων που οφείλονται στην ίδια, γ) εξωτερική αξιολόγηση.
Το έχω ξαναπεί από τις στήλες «τού Βήματος»: η αξιολόγηση καθ’ εαυτήν δεν είναι πανάκεια. Κι από την άλλη μεριά, θα ήταν προκλητική αλαζονεία των πανεπιστημιακών αν επιδίωκαν να εξαιρεθούν από μια αντικειμενική αξιολόγηση και τής δικής τους εργασίας και των δικών τους υποχρεώσεων. Κατά τα άλλα, χρειάζεται χωρίς καθυστέρηση ένας επανασχεδιασμός τής Ανώτατης Εκπαίδευσης, που θα ήταν και το κύριο αντικείμενο το οποίο θα μπορούσε να προέλθει από έναν ειλικρινή, ουσιαστικό και πολύπλευρο Εθνικό Διάλογο.