Κινεζικά πανεπιστήμια
15 Ιουνίου 2018Πού βαδίζει η Ανώτατη Παιδεία μας;
15 Ιουνίου 2018
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ (Νέες Εποχές)
4 Σεπτεμβρίου 2005
Το παράλογο και αντιπαιδευτικό και αναξιόπιστο σύστημα επιλογής των υποψηφίων φοιτητών που ισχύει σήμερα, μπορεί να έχει αχρηστεύσει το Λύκειο, μπορεί να αποκλείει τα Πανεπιστήμια από τού να έχουν κι αυτά λόγο στην επιλογή των φοιτητών τους, μπορεί να αφήνει εκτός τής Επιστήμης που θέλουν να σπουδάσουν (συχνά και εκτός Πανεπιστημίου) δυνατά μυαλά υποψηφίων που υστερούν σε απομνημονευτικές ικανότητες, όμως -πρέπει να το παραδεχθούμε- διέπεται από ένα πνεύμα ύψιστης χριστιανικής εκπαιδευτικής φιλανθρωπίας που υποχρεώνει τα A.E.I. (και ιδίως τα T.E.I., τα οποία έχουν εξομοιωθεί προς τα A.E.I.) να ανοίξουν τις αγκάλες τους σε μερικές χιλιάδες φοιτητών (υπολογίζονται σε 16.000 μόνο στα T.E.I.) οι οποίοι πήραν βαθμούς κάτω από τη βάση, ακόμη και 3 (στα 20) και 2 και 1,5!!
Μπορεί να μείνει κανείς ασυγκίνητος μπροστά σ’ αυτή την «εκπαιδευτική φιλανθρωπία», που επιδεικνύει (για τους γνωστούς λόγους τού πολιτικού κόστους) η Πολιτεία ερήμην των Πανεπιστημίων και εις βάρος τής ποιότητας τής επιστημονικής Παιδείας;
Βεβαίως, τα A.E.I. (και ίσως και τα T.E.I.) από μόνα τους, αν είχαν δικαίωμα στην επιλογή των φοιτητών τους, δεν θα έπαιρναν ποτέ φοιτητές τού 1,5, τού 2, τού 3 κ.λπ. Δεν θα έπαιρναν δηλαδή ποτέ φοιτητές που απέτυχαν παταγωδώς στις εξετάσεις, γιατί όσο αναξιόπιστο κι αν είναι το ισχύον σύστημα επιλογής των υποψηφίων έχει και ορισμένα όρια, που δεν μπορούν και δεν πρέπει να ξεπεραστούν. (Σημειώνω, για την ιστορία, ότι κάποτε συζητήσαμε στη Σύγκλητο τού Πανεπιστημίου Αθηνών αν έχουμε το δικαίωμα να αρνηθούμε να εγγράψουμε ακραίες περιπτώσεις αποτυχόντων υποψηφίων και προέκυψε -προς δόξαν τής δήθεν αυτοδιοίκησης και αυτοτέλειας των A.E.I. – ότι οι διοικήσεις των A.E.I. δεν έχουν από τον νόμο τέτοιο δικαίωμα που ανήκει αποκλειστικώς στο Υπουργείο Παιδείας και ότι θα συρθούν στα δικαστήρια για παράβαση καθήκοντος!…).
Και τώρα τα αίτια αυτού τού «παιδευτικού δυστυχήματος» που προκαλείται από την αναλγησία τού πολιτικού κόστους αλλά καλύπτεται με τον μανδύα τής «κοινωνικής ευαισθησίας», μιας περίεργης σύλληψης «εκπαιδευτικής φιλανθρωπίας».
Πρώτον. H «εκπαιδευτική φιλανθρωπία» ξεκινάει από το απαξιωμένο Λύκειο, που έχει άνωθεν (από το σύστημα) περιορισθεί σε διεκπεραιωτικό προπαρασκευαστικό (δηλ. φροντιστηριακό) ρόλο, αφού τού έχει αφαιρεθεί το αυτονόητο σε όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα έργο να ρυθμίζει κατά κύριο λόγο -μέσα από την επίδοση τού μαθητή και στις τρεις τάξεις τού Λυκείου- την καταλληλότητα και τη σειρά εισαγωγής στα A.E.I./T.E.I. σε συνδυασμό και με άλλα κριτήρια. Ετσι αυτό που συμβαίνει σήμερα, κατά κανόνα, στα Λύκεια (στην Γ´ Λυκείου) είναι να δίνεται απολυτήριο σε όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές προκειμένου να συμμετάσχουν στις πανελλήνιες εξετάσεις! Αποτέλεσμα: Κι όσοι μαθητές είναι εξαιρετικά αδύνατοι (μαθητές τού 8, τού 7, τού 6 κ.τ.ό.) «απολύονται» και συμμετέχουν στις εισαγωγικές εξετάσεις, προφανώς -στις περισσότερες περιπτώσεις- με ανάλογη χαμηλή επίδοση. Αυστηρότερη παροχή απολυτηρίων, συνδυασμένη με απελευθέρωση τού Λυκείου από τις Εισαγωγικές και άνοδο τού επιπέδου σπουδών και των απαιτήσεων στο σχολείο, θα μείωνε σημαντικά τον αριθμό των χαμηλόβαθμων υποψηφίων.
Δεύτερον. Το ισχύον σύστημα εισαγωγής επιτρέπει στον υποψήφιο να δηλώσει τόσα Τμήματα A.E.I. και T.E.I., όσα περιλαμβάνονται στον πίνακα τού επιστημονικού πεδίου (A’, B’… κ.λπ.) που έχει επιλέξει. Ετσι μπορεί να δηλώσει και 40 και 50 επιλογές-Τμήματα. Μάλιστα αν πάρει και επιπλέον αντικείμενο άλλου επιστημονικού πεδίου μπορεί «δυνάμει» να ανεβάσει τις επιλογές του περίπου στο διπλάσιο! Μού αναφέρθηκε μαθητής που με τον τρόπο αυτόν είχε φτάσει τις 120 επιλογές! Είναι επομένως κατανοητό ότι αν αποτύχει ο υποψήφιος στις κύριες επιλογές του, τότε θα βρεθεί να είναι -κατά το ισχύον σύστημα- επιτυχών σε αντικείμενα που είχε αφήσει τελευταία στον πίνακα επιλογών (τέτοια είναι για μερικούς υποψηφίους ορισμένα ξενόγλωσσα Τμήματα -πλην των Τμημάτων Αγγλικών Σπουδών που λόγω Αγγλικής γλώσσας έχουν μεγάλη ζήτηση). Αποτέλεσμα: η 30ή ή 40ή ή… επιλογή (με ολίγες ή ανύπαρκτες γνώσεις τής Γαλλικής ή τής Ιταλικής ή τής Γερμανικής κ.λπ.) θα οδηγήσει σε βαθμολογίες τού 3, τού 2 κ.λπ. Γιατί είναι κοινός τόπος ότι το να εισαχθείς σε Τμήματα με καλή επαγγελματική διέξοδο (έστω κι αν αυτό διαψεύδεται στην πράξη), με υψηλό επιστημονικό κύρος και κοινωνική καταξίωση (Ιατρική, Πολυτεχνείο, Νομική, Οικονομικές Επιστήμες, Πληροφορική, Θετικές επιστήμες, Φιλοσοφική, Παιδαγωγικά κ.ά.) απαιτεί υψηλή έως πολύ υψηλή βαθμολογία, που δεν έχει καμία σχέση με «εκπαιδευτική φιλανθρωπία». Με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να διαστρεβλωθεί η συνολική εικόνα από τις αποκλίσεις, έστω κι αν είναι ανησυχητικού αριθμού. Αν περιορίζονταν δραστικά οι επιλογές των υποψηφίων σε μόνο το αντικείμενο που θέλουν να σπουδάσουν, δεν θα είχαμε τις παρενέργειες που περιγράφουμε ούτε την απογοήτευση των ίδιων των υποψηφίων να βρίσκονται φοιτητές σε Σπουδές που, στην πραγματικότητα, δεν είχαν καν φαντασθεί (Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας λ.χ. ενώ ελάχιστη σχέση έχουν με τη χριστιανική πίστη ή την Εκκλησία κ.τ.ό.).
Τρίτον. Ο αποκλεισμός των A.E.I./T.E.I. από το να έχουν λόγο στην επιλογή των φοιτητών τους (με προσδιορισμό λ.χ. τής εξεταστέας ύλης από τα αντίστοιχα Τμήματα, με προσδιορισμό εξεταζομένων θεμάτων κ.λπ.), μέχρι να φθάσουμε στο να μπορούν τα ίδια τα Πανεπιστήμια να επιλέγουν με άμεσο τρόπο τους φοιτητές τους με κριτήρια και απαιτήσεις που θα προσδιορίζουν τα ίδια (όπως το μνημονευθέν κριτήριο τής επίδοσης τού μαθητή σε όλα τα χρόνια φοίτησης στο Λύκειο), επιτρέπει και ενισχύει το φαινόμενο τής «εκπαιδευτικής φιλανθρωπίας» (δεν λέω τής «λελογισμένης επιείκειας» που είναι διαφορετική έννοια). Αν η επιλογή εναπέκειτο στα A.E.I., δεν θα δέχονταν -το επαναλαμβάνω- τέτοιους απελπιστικά χαμηλόβαθμους υποψήφιους. Τα δε T.E.I. -σε ορισμένες «άγονες ειδικότητες»- θα μπορούσαν να μειώσουν ενδεχομένως εξαρχής τις απαιτήσεις τους, περιλαμβάνοντας στην αξιολόγηση άλλα πρόσθετα και εξειδικευμένα κριτήρια (δεξιότητες, προηγούμενη πείρα κ.ά.) ή και να αλλάξουν εξ ολοκλήρου το αντικείμενο σπουδών τους, ώστε να προσελκύει το ενδιαφέρον. Και εν πάση περιπτώσει δεν παίρνουμε (τους χαμηλόβαθμους) φοιτητές για να υπάρχουν ορισμένα T.E.I. Ο σκοπός ίδρυσης των T.E.I. είναι να εξυπηρετήσουν τεχνολογικές ανάγκες, όχι να αναζητούν φοιτητές για να διατηρηθούν στη ζωή!
Τέταρτον. Προκειμένου για οριακές περιπτώσεις (9, 8 στα 20) θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι το επίπεδο δυσκολίας των εξεταζομένων θεμάτων (συνάρτηση κι αυτό τού ισχύοντος στρεβλωτικού συστήματος) ανεβάζει αναλόγως το ποσοστό αποτυχίας, το οποίο έτσι μπορεί να κυμαίνεται από χρόνο σε χρόνο. Με διαφορετικά θέματα το 9 ή και το 8 θα μπορούσε να είναι 11 ή και 12.
Πέμπτον. Το σύστημα τής Γενικής Εκπαίδευσης ως προς το περιεχόμενο των σπουδών, τις μεθόδους, τα υποχρεωτικά και κατ’ επιλογήν μαθήματα, το ωράριο λειτουργίας κ.λπ. χρειάζεται ριζική αναθεώρηση με γνώμονα την εξασφάλιση για όλους καλής γνώσης τής γλώσσας και των μαθηματικών, τής ιστορίας, τής γεωγραφίας και επιπλέον των θετικών επιστημών και των ξένων γλωσσών. Τα προβλήματα ποιότητας στη Γενική Εκπαίδευση επηρεάζουν άμεσα την ποιότητα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Συμπέρασμα. Ανάγκη άμεσης αλλαγής τού συστήματος επιλογής των υποψηφίων: α) με ενίσχυση τού ρόλου των Πανεπιστημίων (προσδιορισμό τής ύλης, προσδιορισμό των θεμάτων κ.ά.) και ανάλογες ρυθμίσεις στο περιεχόμενο σπουδών τής Γενικής Παιδείας, β) με περιορισμό των επιλογών των υποψηφίων σε συγκεκριμένο αντικείμενο σπουδών (π.χ. μόνο Ιατρική ή μόνο Νοσηλευτική ή μόνο παραϊατρικά επαγγέλματα όλων των A.E.I./T.E.I. -όχι και Βιολογία, όχι και Χημεία, όχι και αισθητική), γ) με διατήρηση -σε α’ φάση- γενικών εξετάσεων που θα διενεργούνται με ευθύνη τού Υπουργείου Παιδείας και, το κυριότερο, δ) με την απελευθέρωση τού Λυκείου από τον προπαρασκευαστικό ρόλο για τα A.E.I. και την επαναφορά του σε καίρια αυτοτελή βαθμίδα τής Γενικής Παιδείας, με παράλληλη βελτίωση τού επιπέδου των σπουδών και μεγαλύτερες απαιτήσεις από τους μαθητές αλλά και από τους καθηγητές. Το ζητούμενο είναι καλύτερη ποιότητα παιδείας στο Λύκειο που αποτελεί προϋπόθεση για την ποιότητα των σπουδών στο Πανεπιστήμιο.