Δεν αναγνωρίσαμε ποτέ «μακεδονική γλώσσα»
7 Ιουνίου 2018Μετά πνευμάτων δικαίων…
7 Ιουνίου 2018Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ (Γνώμες)
7 Ιουνίου 2015
Ας μιλήσουμε απλά και ουσιαστικά για τα τεκταινόμενα στην Παιδεία μας· χωρίς φόβο και πάθος. Με πείρα από την καθημερινή επαφή με τα θέματα αυτά σε όλες τις βαθμίδες τής Εκπαίδευσης· όχι με θεωρίες, ιδεολογήματα και κομματικής ή συνδικαλιστικής εμπνεύσεως θεσπίσεις. Και πάνω απ’ όλα με απόψεις (προκειμένου για τη Γενική Εκπαίδευση) που βγήκαν από έναν μακρό, ουσιαστικό διάλογο εκπαιδευτικών, τον Εθνικό Διάλογο για την Παιδεία.
Α) Γενική Εκπαίδευση
- Η κατάργηση τής αξιολόγησης, που είχε πάρει ήδη τον δρόμο τής εφαρμογής, είναι σε σπουδαιότητα και προοπτική χρόνου το μέτρο που υπονομεύει την αξιοκρατική επιλογή και στήριξη των διδασκόντων, καθώς και την ανάδειξη των στελεχών τής Εκπαίδευσης. Η αξιολόγηση είναι εκ των ων ουκ άνευ, εφόσον, βεβαίως, δεν έχει τιμωρητικό χαρακτήρα αλλά υποστηρικτικό ρόλο σε περιπτώσεις διαπιστωμένων αδυναμιών.
- Η εκλογή των περιφερειακών διευθυντών, των κεφαλών δηλ. τής Εκπαίδευσης, με κομματικά καθαρώς κριτήρια αποτελεί «κατάντια» τής δημοκρατίας, η οποία θα έπρεπε να έχει αποφευχθεί από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό. Η εκλογή χάνει το κύρος της και ερήμην κάθε έννοιας αξιοκρατίας μετατρέπεται σε κομματικό διορισμό που μάς ξαναφέρνει σε πελατειακές καταστάσεις τού παρελθόντος.
- Η έστω κατά 30% εκλογή των διευθυντών των σχολικών μονάδων από τους συλλόγους των εκπαιδευτικών μετατρέπει τα σχολεία σε προεκλογικά κέντρα με αμοιβαίες δεσμεύσεις εκλεγομένων και εκλεκτόρων, δηλ. με πελατειακές σχέσεις, εις βάρος τής λειτουργίας τού σχολείου. Οι καταστάσεις αυτές, βεβαίως, είναι άγνωστες στα ευρωπαϊκά κράτη και στις προηγμένες χώρες γενικότερα.
- Η αγνόηση για την εισαγωγή στα ΑΕΙ τής επίδοσης των μαθητών στις τρεις τάξεις τού Λυκείου επαναφέρει το απάνθρωπο, άδικο και συχνά αναξιόπιστο σύστημα μιας τρίωρης πανελλαδικής εξέτασης στην οποία κρίνεται βιαστικά το μέλλον κάθε υποψηφίου. Για να εξασφαλισθεί ο αντικειμενικός χαρακτήρας αξιολόγησης αυτής τής επίδοσης προτάθηκε και λειτούργησε η Τράπεζα Θεμάτων, η εξέταση δηλ. κατά το ήμισυ σε θέματα που δεν δίνουν οι διδάσκοντες. Στρέβλωση: αντί να αξιοποιηθεί η Τράπεζα Θεμάτων ως ενδεικτική πηγή τύπου θεμάτων, ανενημέρωτοι οι γονείς στέλνουν τους μαθητές στα φροντιστήρια και στα ιδιαίτερα για να μάθουν όλα τα θέματα!…
Λύση: Να μην είναι γνωστά από πριν τα θέματα τής Τράπεζας Θεμάτων, εκτός ενός μικρού αριθμού ενδεικτικών θεμάτων. Παράπλευρες ωφέλειες: α) Με την Τράπεζα Θεμάτων υποχρεώθηκαν όλοι οι εκπαιδευτικοί να διδάσκουν όλη την ύλη. β) Λαμβάνονταν υπ’ όψιν όλα τα μαθήματα, άρα ξαναστεκόταν στα πόδια του το Σχολείο μιας γενικότερης μόρφωσης αποφεύγοντας την επικέντρωση μόνο στα μαθήματα για τις Εισαγωγικές. γ) Αναβαθμίστηκε ξανά ο ρόλος τού δασκάλου-εκπαιδευτικού μέσα στο Σχολείο, αφού βάρυνε η βαθμολογία του και μάλιστα όλων των ειδικοτήτων.
- Καθιέρωση τού 9,5 ως βαθμού προαγωγής άνευ περιορισμού βαθμολογικής βάσεως στα κύρια μαθήματα. Αυτό σημαίνει ότι με ελάχιστη επίδοση στη γλώσσα και στα μαθηματικά (με βαθμό 2 λ.χ. ή 3) μπορεί κανείς να προαχθεί συγκεντρώνοντας βαθμούς από όποιο άλλο μάθημα! Καταλαβαίνει κανείς τι επίπεδο σχολικής εκπαίδευσης εξασφαλίζεται από το νέο σύστημα τής «ήσσονος προσπαθείας» προς αποφυγή δήθεν τής σχολικής διαρροής.
- Πρότυπα και Πειραματικά. Η πλήρης σύγχυση! Εξ αφορμής ενός γλωσσικού αστοχήματός του ο υπουργός Παιδείας έγινε εύκολος στόχος μιας αβασάνιστης κριτικής που οφείλεται σε άγνοια των εκπαιδευτικών δεδομένων. Αριστεία (που σημαίνει αυξημένες συγκριτικά μαθησιακές ικανότητες κάποιων παιδιών οι οποίες διαπιστώνονται με εξετάσεις) νοείται μόνο για τα Πρότυπα Σχολεία, των οποίων μάλιστα ο αριθμός θα πρέπει και να αυξηθεί. Αντιθέτως, για τα πραγματικά Πειραματικά Σχολεία (τα οποία θα πρέπει να είναι απαραιτήτως συνδεδεμένα με τα Παιδαγωγικά Τμήματα των Πανεπιστημίων και το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο/Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής) όχι η αριστεία αλλά το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα μαθητών των ελληνικών σχολείων είναι το ζητούμενο ώστε να δοκιμασθούν σε τέτοια σχολεία νέες μέθοδοι, νέα βιβλία κ.λπ. για όλη την Εκπαίδευση. Οίκοθεν νοείται ότι και για τους δύο τύπους σχολείων απαιτούνται αυστηρή συνεχής αξιολόγηση, αυξημένα προσόντα και ιδιαίτερα κίνητρα (ακόμη και οικονομικά) των διδασκόντων ώστε να επιτελούν αγόγγυστα ένα έργο ειδικών υψηλών απαιτήσεων.
Β) Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα
- Το Συμβούλιο Ιδρύματος πρέπει να διατηρηθεί, η δε εξουσία του να περιορισθεί σε συμβουλευτικό και ελεγκτικό ρόλο ουσιωδών λειτουργικών, οικονομικών και αναπτυξιακών αποφάσεων τής Συγκλήτου. Τα μέλη τού Σ.Ι. πρέπει να υποχρεούνται να βρίσκονται για μεγάλο χρονικό διάστημα τής θητείας τους στον χώρο διοικήσεως τού ΑΕΙ, συνεργαζόμενα με τον Πρύτανη, τη Σύγκλητο και τις Υπηρεσίες τού ΑΕΙ. Ελεγχος, διοίκηση, γνώμες, εισηγήσεις, συζητήσεις και αποφάσεις από το τηλέφωνο ή τα ηλεκτρονικά μέσα δεν αποδίδουν…
- Πηγή χρηματοδότησης τού δημόσιου ΑΕΙ είναι το Δημόσιο. Ωστόσο, πρέπει να ξεπεραστούν οι ιδεολογικές αγκυλώσεις και να ενθαρρύνονται τα ΑΕΙ να εξευρίσκουν πρόσθετους νόμιμους πόρους από την έρευνα, τα ευρωπαϊκά προγράμματα και τον ιδιωτικό τομέα με αυστηρό έλεγχο τής δεοντολογίας και τής χρήσης τής χρηματοδότησης.
- Το ψευδοπρόβλημα των αιώνιων φοιτητών, οι οποίοι σε τίποτε δεν επιβαρύνουν στην πράξη τα ΑΕΙ, πρέπει να πάψει σαν εύκολη καραμέλα να αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη από τα πραγματικά προβλήματα τού Πανεπιστημίου. Το μόνο που πρέπει να απαγορευθεί στους φοιτητές αυτούς είναι η συνδικαλιστική συμμετοχή (να μην παραμένουν – όπως σε ελάχιστες περιπτώσεις συμβαίνει – ως εκπρόσωποι κομματικών νεολαιών). Ολοι οι άλλοι ούτε τα μαθήματα ούτε τα εργαστήρια ούτε τον προϋπολογισμό επιβαρύνουν ώστε να αποτελούν πραγματικό πρόβλημα. Αλλο είναι το ζήτημα αν θεσπιστεί εφεξής ένα εντατικό και ορθολογικό πρόγραμμα σπουδών ορισμένης υποχρεωτικής διάρκειας που θα περιλάβει και τους παλαιών ετών.
- Οι φοιτητές δεν πρέπει να αποκλείονται από την εκλογή των διοικητικών οργάνων των ΑΕΙ, αλλά η βαρύτητα τής συμμετοχής τους πρέπει να έχει περιορισμένο χαρακτήρα. Το 70% (έστω και ανάλογα με τη συμμετοχή όλου τού σώματος στις εκλογές) είναι προκλητικό, όπως πρόκληση αποτελεί και ο αποκλεισμός τής συμμετοχής τους στην ανάδειξη των πανεπιστημιακών αρχών. Και κάτι ακόμη. Το «επιχείρημα» τής δήθεν εξάρτησης των εκλεγομένων πρυτανικών αρχών από τους φοιτητές ισχύει μόνον για πρυτάνεις που ούτως ή άλλως δεν έπρεπε ποτέ να λαμβάνονται σοβαρά υπ’ όψιν ως υποψήφιοι. Δεν ισχύει για πρυτάνεις με κύρος και προσωπικότητα, που συγκεντρώνουν την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη τής πανεπιστημιακής κοινότητας. Και τέτοιοι πρυτάνεις υπήρξαν και υπάρχουν.
- Το πανεπιστημιακό άσυλο από συμβολισμός προστασίας στα ΑΕΙ τής ελεύθερης διακίνησης των ιδεών έχει μεταβληθεί από τις καταλήψεις εξωπανεπιστημιακών ατόμων σε άντρο παρεξουσίας, κοινωνικής πρόκλησης και εύκολης εκμετάλλευσης τής ευαισθησίας των πανεπιστημιακών. Ως συμβολισμός πρέπει να διατηρηθεί. Στο κάτω-κάτω ποτέ το πανεπιστήμιο δεν κινδύνευσε πραγματικά από φοιτητές. Αντιθέτως, επιβάλλεται να είναι άμεση και αυτεπάγγελτη η παρέμβαση των οργάνων τής Πολιτείας για την απομάκρυνση των εξωπανεπιστημιακών καταληψιών με απλή ενημέρωση από τον Πρύτανη.
Γ) Ιδιωτική Εκπαίδευση
Κακοί σύμβουλοι, επαγγελματίες συνδικαλιστές περιβάλλουν τον αρμόδιο αναπληρωτή υπουργό Παιδείας και προσπαθούν να τον παροδηγήσουν σε μορφές αντιμετώπισης των ιδιωτικών σχολείων (ακόμη και των μη κερδοσκοπικών) περίπου ως… παρακρατικών οργανώσεων. Τα σχολεία δηλ. στα οποία έχουν εμπιστευθεί τη μόρφωση των παιδιών τους πολλές χιλιάδες φορολογουμένων ελλήνων πολιτών (απαλλάσσοντας από μεγάλα έξοδα το Δημόσιο) και τα οποία δίνουν δουλειά σε χιλιάδες σκληρά εργαζόμενους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων και των ειδικοτήτων με τις ακραίες εισηγήσεις προς τον αρμόδιο υπουργό γνωστών αρχολίπαρων συνδικαλιστών υφίστανται μια πολεμική και κρατικές παρεμβάσεις περιορισμού των πρωτοποριακών καινοτόμων πρωτοβουλιών τους. Κι όλα αυτά για να διαιωνίζουν την εξουσία τους στα υπηρεσιακά συμβούλια ορισμένοι επαγγελματίες συνδικαλιστές τής ιδιωτικής εκπαίδευσης, ακόμη και για εκπαιδευτικούς σχολείων οι οποίοι συνειδητά αποφεύγουν να είναι μέλη των συνδικαλιστικών συλλόγων τους. Ετσι, το έργο τής πολύτιμης ιδιωτικής πρωτοβουλίας και κατ’ επέκταση κάθε προσπάθειας ανάπτυξης παρεμποδίζεται από αυτούς που θα έπρεπε να είναι οι φυσικοί υποστηρικτές κάθε άμιλλας για προσφορά σε παιδευτική ποιότητα.
Επίλογος
Η υποχρέωση για μια νέα κυβέρνηση είναι φυσικά, όπως έχουν τα πράγματα, να βγάλει τη χώρα από την οικονομική κατάρρευση, αλλά η πραγματική πρόκληση για μια αριστερή κυβέρνηση είναι να δημιουργήσει και να αφήσει έργο στον χώρο που ξέρει καλύτερα, στην Παιδεία. Και αυτή η πρόκληση δεν επιτυγχάνεται ποτέ με επιστροφές στο παρελθόν και ικανοποιήσεις πελατειακών αιτημάτων, καθώς και ιδιοτελών συμφερόντων εξουσίας ποικιλώνυμων συνδικαλιστών, αλλά με γενναίες αποφάσεις ουσίας, ποιότητας και αξιοκρατίας, των μόνων που μπορούν να κάνουν μια κυβέρνηση να ξεχωρίσει.