Ποιοι εκμεταλλεύονται την ασφάλεια του ασύλου

Καταχωρήθηκε στο Παιδεία

Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ  (Νέες Εποχές)

4 Ιανουαρίου 2009

Δικαιούμαι, νομίζω, να μιλήσω για το άσυλο το πανεπιστημιακό με μια πείρα πανεπιστημιακή σαράντα ετών που μού επέτρεψε να ζήσω «από μέσα» αυτόν τον θεσμό στις πιο καλές αλλά και στις κακές στιγμές του. Δεν τον έζησα «από μέσα» μόνο στις χειρότερες στιγμές του, αυτές των τελευταίων ημερών. Λέγοντας «από μέσα», εννοώ με την ιδιότητα τού καθηγητή και (επί 6 χρόνια) τού πρύτανη, γεγονός που δίνει μια άλλη αίσθηση και όψη των πραγμάτων από αυτή που δείχνει απ΄ έξω. Εχω ζήσει τους φοιτητές σε δύσκολους καιρούς να ξεσηκώνονται και να καλούν σε αγώνα ελευθερίας από το καθεστώς τής δικτατορίας, ανεβασμένοι στην ταράτσα τού κτηρίου τής Νομικής. Εξω από κόμματα και παρατάξεις, με ακάλυπτα τα πρόσωπά τους, με όπλο τη φωνή τους, τη γλώσσα που συνταράζει, που συνεπαίρνει και τσακίζει κόκκαλα. Κι ο κόσμος μαζί τους. Το ίδιο, και ακόμη περισσότερο, συνέβη σ΄ ένα άλλο πανεπιστημιακό ίδρυμα, στο Πολυτεχνείο, που δίκαια αναδείχθηκε τότε σε σύμβολο αγώνα για την ελευθερία. 

Αυτές οι δύο μεγάλες κινητοποιήσεις των φοιτητών (υπήρξαν και άλλες μικρότερες) λειτούργησαν ως η φωνή και οι μύχιοι πόθοι τής συντριπτικής πλειονότητας των ανώνυμων πολιτών, γι΄ αυτό και η έννοια τού πανεπιστημιακούασύλου καταξιώθηκε στη συνείδηση των Ελλήνων και το Πανεπιστήμιο πήρε τον χαρακτήρα ειδικά προστατευομένου χώρου υπεράσπισης και διακίνησης των ιδεών, με κορυφαία την έννοια τής ελευθερίας τού λόγου.Ετσι,το πανεπιστημιακό άσυλοέγινε ιστορικό και ιδεολογικό σύμβολο,μέσακαι έξω από τα Πανεπιστήμια. Στον κοινωνικό,στον ιδεολογικό,στον πολιτικό,ιδίως στον εκπαιδευτικό χώρο.Η δε παραβίασή του από την εξουσία (αστυνομικές και άλλες αρχές) έγινε «έννοια απαγορευμένη», έγινε ταμπού,με ακαθόριστο-στο πέρασμα τού χρόνου ιδεολογικό περιεχόμενο και λησμονημένο ίσως ιστορικό υπόβαθρο. 

Από το Λύκειο στις σχολές 

Οι τραυματικές εμπειρίες τής δικτατορίας γέννησαν έντονες πολιτικές και κοινωνικές αντιδράσεις που οδήγησαν σε σημαντικές πολιτικές εξελίξεις. Οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις πέρασαν και στα πανεπιστήμια με νέα μορφή: τη μορφή των κομματικών νεολαιών, των φοιτητικών παρατάξεων που πρόσκεινται ανοιχτά σ΄ αυτό ή εκείνο το πολιτικό κόμμα και- από αντίδραση- και στη δημιουργία «ανένταχτων» φοιτητικών ομάδων αριστερής ιδεολογίας αλλά κομματικά ανεξάρτητων. Ετσι, οι πολιτικές-ιδεολογικές συγκρούσεις ανάμεσα στα κόμματα εντός και εκτός τής Βουλής επεκτάθηκαν- συχνά με εντονότερο τρόπο λόγω τής νεανικής ζωντάνιας- στις φοιτητικές παρατάξεις μέσα στα πανεπιστήμια καθώς και στις ανεξάρτητες ομάδες που τις συναγωνίζονταν. 

Σε νεότερα χρόνια και σε πολύ μικρότερη κλίμακα οι κομματικές επιδράσεις πέρασαν και στη Μέση Εκπαίδευση, ιδιαίτερα στο Λύκειο. Ετσι γεννήθηκαν οι μαθητικές κινητοποιήσεις, όχι ως κατευθυνόμενες αντιδράσεις αλλά ως μορφή μίμησης «τής αίγλης» των φοιτητικών κινητοποιήσεων. Από ορισμένο δε χρονικό διάστημα κι εξής οι μαθητικές εμπειρίες μεταφέρονταν ώριμες και «αναβαθμίζονταν» στις φοιτητικές κινητοποιήσεις με έντονο πάντα κομματικό-ιδεολογικό χαρακτήρα. 

Οι διεκδικήσεις, οι απαιτήσεις για αλλαγές, ορισμένες προφανείς αδυναμίες τού πανεπιστημιακού συστήματος (υποχρηματοδότηση, έλλειψη υποδομών, έλλειψη διδακτικού προσωπικού) σε συνδυασμό με την υπερβολική και δυσανάλογη εκπροσώπηση των φοιτητών στην εκλογή των πανεπιστημιακών οργάνων που καθιερώθηκε από τον πανεπιστημιακό νόμο τού ΄82 οδήγησαν και σε ό,τι ονομάστηκε «δυναμικές κινητοποιήσεις», που πήραν τη μορφή και «εισβολής» εκπροσώπων και βίαιης ενίοτε διακοπής τής λειτουργίας των πανεπιστημιακών οργάνων (Συνελεύσεων Τμημάτων, Συγκλήτου). Παρά ταύτα, και στις ακραίες ακόμη μορφές δράσης τους, οι φοιτητές δεν έπαυσαν να λειτουργούν ως φοιτητές. Εχουν κάποια όρια, που δεν τα υπερβαίνουν. Ο φοιτητής ενός Πανεπιστημίου, στον δάσκαλό του ή στον δάσκαλο τού συμφοιτητή του, που τον γνωρίζει ή τον έχει ακούσει, θα φερθεί με αυτοσυγκράτηση. Θα πω δημόσια ότι ως καθηγητής αλλά και στα χρόνια τής πρυτανείας μου (2000-2006) δεν αντιμετώπισα ποτέ ανεξέλεγκτες μορφές συμπεριφοράς των φοιτητών ούτε καταστροφές πανεπιστημιακών χώρων από φοιτητές, ασχέτως παρατάξεως ή ιδεολογίας. Αντιμετώπισα φωνές και κραυγές, άπρεπους χαρακτηρισμούς, προκατειλημμένες θέσεις, παραλογισμούς από φοιτητές. Ποτέ βία. Ποτέ καταστροφές. Από φοιτητές, επαναλαμβάνω. 


Η εισβολή των «αντιεξουσιαστών» 
Ωστόσο, κάποια στιγμή, τέλη τής δεκαετίας τού ΄90 και αρχές τού 2000, τα πράγματα άλλαξαν. Με ευθύνη των ίδιων των φοιτητών που τους κάλεσαν ή τους ανέχθηκαν και ημών των καθηγητών που δεν καταγγείλαμε δημόσια το γεγονός όσο θα έπρεπε και που δεν συσπειρωθήκαμε να αντιδράσουμε νωρίτερα από αδυναμία ή από την εντύπωση ότι ήταν κάτι συγκυριακό και περαστικό, άρχισαν να συρρέουν στα Πανεπιστήμια εξωπανεπιστημιακά άτομα, ό,τι συνήθως ονομάζουμε «αντιεξουσιαστές» ή «αναρχικούς». Τα πρόσωπα αυτά- συνήθως νέοι άνθρωποι, ενίοτε και μεγαλύτερης ηλικίας, άλλοτε και παιδιά- δεν είναι φοιτητές. Εχουν τον δικό τους τρόπο σκέψεως (που συχνά περιέχει και πικρές αλήθειες) και κυρίως τον δικό τους τρόπο δράσεως, που περιλαμβάνει και βία και καταστροφές, υλικά εν γένει πλήγματα για να τρωθεί και να ευαισθητοποιηθεί το κατεστημένο. Αυτή η έντονη δράση, νομικά εγκληματική και ποινικά κολάσιμη, τους οδηγεί στην απόκρυψη τής ταυτότητάς τους, στην απόκρυψη τού προσώπου τους. Τους οδηγεί στην κουκούλα. Οτι αυτή η δράση και η σκέψη που την οδηγεί δεν έχει καμιά σχέση με την ιδεολογία και την πρακτική των φοιτητών είναι προφανές. 

Αποτέλεσμα. Οσο οι κινητοποιήσεις στα Πανεπιστήμια (καταλήψεις, παρεμποδίσεις, διαμαρτυρίες κ.τ.ό.) γίνονταν από φοιτητές, δεν υπήρχαν υλικές ζημιές και καταστροφές. Παρεμποδιζόταν- και δεν είναι λίγο αυτό, βεβαίως, για ένα Πανεπιστήμιο- η λειτουργία τού Πανεπιστημίου, που αν συμβαίνει συχνά εντείνει τις αδυναμίες τού Πανεπιστημίου και υποβαθμίζει την εικόνα του και την εκπαιδευτική διαδικασία. Οταν, όμως, στα Πανεπιστήμια μπήκαν οι εξωπανεπιστημιακοί, άρχισαν να σημειώνονται όλες αυτές οι σκόπιμα προκλητικές ενέργειες και άρχισαν να προκαλούνται ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Αρχισαν δε τα πανεπιστημιακά κτήρια με την ιδιότητα τού ασύλου να χρησιμοποιούνται ως καταφύγιο για την αποφυγή διώξεων μετά από εγκληματικές πράξεις (καταστροφές και λεηλασία καταστημάτων, κάψιμο αυτοκινήτων κ.λπ.). 

Ορθολογική αντιμετώπιση 
Μέσα σ΄ αυτή την κατάσταση βρέθηκαν παγιδευμένες και εκτεθειμένες οι διοικήσεις των Πανεπιστημίων (πρυτανικές αρχές, σύγκλητοι, πρόεδροι τμημάτων κ.ά.). Αν άρουν το άσυλο, δηλ. αν καλέσουν την Αστυνομία, θα θεωρηθούν από τα μέλη τής Πανεπιστημιακής Κοινότητας που είναι ιδιαιτέρως ευαίσθητα στο θέμα αυτό αλλά και από τα περισσότερα πολιτικά κόμματα ως «προδότες» τού ιδεολογικού και ιστορικού πανεπιστημιακού ιδεώδους τού ασύλου. Αν δεν άρουν το άσυλο, βρίσκονται έκθετοι στην κοινή γνώμη, στους απλούς πολίτες, στα Μ.Μ.Ε. και στην ίδια την Κυβέρνηση, ότι δεν προστατεύουν τα Πανεπιστήμια, που ως δημόσια αποτελούν δημόσια περιουσία και δημόσια εκπαιδευτική και κοινωνική κατάκτηση. 

Ποια είναι η εκ των πραγμάτων ορθολογική αντιμετώπιση μιας τέτοιας πρωτόγνωρης καταστάσεως; Εάν μεν πρόκειται για καταλήψεις διαμαρτυρίας και διεκδίκησης από φοιτητές, τότε οι Πρυτανικές Αρχές και η Σύγκλητος και πρέπει να μπορούν (έτσι συνέβαινε πάντοτε) να συνεννοηθούν με τους φοιτητές, χωρίς να διανοείται κανείς άρση ασύλου. Βεβαίως, είναι καιρός και οι φοιτητές, ιδίως οι συνδικαλιστές, να βάλουν στην πάντα την κομματική τους ταυτότητα και να βοηθήσουν το δημόσιο Πανεπιστήμιο να ξανασταθεί στα πόδια του. Με τις αλλεπάλληλες καταλήψεις δεν λύνονται τα προβλήματα τού Πανεπιστημίου. Λύνονται με ενημέρωση τής κοινής γνώμης, αξιοποίηση των Μ.Μ.Ε. και με συγκεκριμένα, ρεαλιστικά αιτήματα και προτάσεις. Γιατί η εσωτερική αναστάτωση και οι καταλήψεις προετοιμάζουν το κλίμα για να μπουν στα Πανεπιστήμια «εξωτερικοί σωτήρες», οι εξωπανεπιστημιακοί. 

Αν πρόκειται όμως για καταλήψεις από εξωπανεπιστημιακούς,αγνώστους στις Πανεπιστημιακές Αρχές και στη Σύγκλητο,που με καλυμμένα τα πρόσωπα καταλαμβάνουν και καταστρέφουν το Πανεπιστήμιο, τότε μετά από προειδοποίηση των Πρυτανικών Αρχών προς τους καταληψίες,χωρίς να χρειάζεται άρση ασύλου η οποία έχει διαφορετικό νόημα και περιεχόμενο, ας επιλαμβάνονται να χειριστούν το θέμα οι εντεταλμένες από την Πολιτεία αρχές. Χωρίς καμιά ανάμειξη- και ευθύνη- των Πρυτανικών Αρχών και τής Συγκλήτου,αφού δεν πρόκειται για μέλη τής Πανεπιστημιακής Κοινότητας για τα οποία έχει θεσπισθεί το άσυλο. Αυτό υπαγορεύει η προστασία τού Πανεπιστημίου και τής Πανεπιστημιακής Κοινότητας από τέτοιες πρωτοφανείς μορφές εκμετάλλευσης. Αλλο να καταλαμβάνουν τα Πανεπιστήμια φοιτητές που τους ανήκουν, για διεκδικήσεις και για να διαμαρτυρηθούν, και άλλο να τα καταλαμβάνουν εξωπανεπιστημιακοί για να κρυφτούν! Ας επικρατήσει επιτέλους η λογική κι ας βοηθήσουμε τους πρυτάνεις και τα πανεπιστημιακά όργανα να συσπειρωθούν με τους φοιτητές και καθηγητές τους και με τα λοιπά μέλη τής πανεπιστημιακής κοινότητας, αντί να τους λοιδορούμε για θέματα που τους ξεπερνούν και για τα οποία δεν έχουν ούτε αρμοδιότητα ούτε προσωπική ευθύνη. Αυτοί που ατιμάζουν τη μνήμη τού Ρήγα ή τού Κοραή, ασχημονώντας στους ανδριάντες που τους θυμίζουν ή που καίνε το εθνικό μας σύμβολο για να προκαλέσουν τον απλό έλληνα πολίτη, διεκδικούν συνειδητά (και ηρωικά;) για τον εαυτό τους μια άλλη αντιμετώπιση από εκείνη τού φοιτητή και ξέρουν οι ίδιοι καλά ότι δεν δικαιούνται- ούτε θέλουν κατά βάθος- να προστατεύονται από κρατικούς και εθνικούς θεσμούς όπως το άσυλο. Θα «λυτρωθούν» από την άρση τουκαι θα γλιτώσουν το Πανεπιστήμιο κι εμείς. 

Εκτύπωση