Παιδεία: Θα τολμήσει η νέα Κυβέρνηση;

Καταχωρήθηκε στο Παιδεία

Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ (Νέες Εποχές)

1 Νοεμβρίου 2009

 

Δεν ξέρω τι μπορεί να κάνει η νέα Κυβέρνηση για τα οικονομικά που περνούν βαθιά παγκόσμια κρίση. Δεν ξέρω τι μπορεί να κάνει για το ασφαλιστικό που αποτελεί κοινωνική ωρολογιακή βόμβα. Δεν ξέρω τι μπορεί να κάνει ακόμη με το σύστημα Υγείας, το οποίο πάσχει διεθνώς και προσπαθεί –όπως και το ασφαλιστικό– να το μαζέψει και ο Ομπάμα! Εκείνο που μπορεί να ξεκινήσει και να πραγματοποιήσει σε ορατό χρόνο και με λογικά προβλέψιμη επιτυχία είναι μια ουσιαστική συστηματική και ριζοσπαστική αλλαγή στον χώρο τής Γενικής Παιδείας (Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο), καθώς και στο σύστημα πρόσβασης στα ΑΕΙ. Στις βαθμίδες Εκπαίδευσης από τις οποίες περνούν τα παιδιά κάθε ελληνικής οικογένειας, μιας σχολικής εκπαίδευσης, τής οποίας η ποιότητα και τα αποτελέσματα σημαδεύουν άμεσα τη φυσιογνωμία, την πορεία και την ανάπτυξη όλης τής χώρας. Σήμερα και στο μέλλον. Έχουν αυτή τη φιλοδοξία ο νέος Πρωθυπουργός, η νέα Κυβέρνηση, η νέα Υπουργός; Αν την έχουν θα φανεί από τα πρώτα βήματα τής Κυβέρνησης σ’ αυτό τον καίριο χώρο που ήταν και μένει ένα τεντωμένο σκοινί για κορυφαίους ακροβάτες. 
Στη Γενική Παιδεία πρέπει να αρχίσει χωρίς να χαθεί ούτε μια μέρα –όχι ως σχήμα λόγου, αλλά ως πράξη– μια ουσιαστική ριζική μεταρρύθμιση που πάνω απ’ όλα θα αποσκοπεί στο να εξασφαλίσει ποιότητα στην Εκπαίδευσή μας. Με γενναίες ρυθμίσεις στα Αναλυτικά Προγράμματα, στη διδασκόμενη ύλη και στον αριθμό των μαθημάτων και εξίσου τολμηρές ρυθμίσεις στις μεθόδους διδασκαλίας και στους δρόμους πρόσβασης στη γνώση (όχι μόνο μέσα από το διδακτικό βιβλίο, έστω και το πολλαπλό, αλλά μέσα από περισσότερα βιβλία και απόψεις, με δουλειά σε βιβλιοθήκη και με αξιοποίηση των δυνατοτήτων τού διαδικτύου). Με μια ομαδοποίηση και συσχέτιση μαθημάτων και συναφών γνωστικών αντικειμένων που θα εξασφαλίζουν το «συνεχές τής γνώσης» αντί για τους σημερινούς όγκους των αποσπασματικών και αναφομοίωτων πληροφοριών. Με ενεργητική συμμετοχή και συνεργασία των μαθητών καθ’ ομάδες στην αναζήτηση, παρουσίαση και συζήτηση τής γνώσης, ώστε να αγαπήσουν τη μάθηση και το σχολείο, να αναπτύξουν κριτική ικανότητα και δημιουργική σκέψη και να καταλάβουν την ουσία τής παιδείας.
Αυτό βέβαια προϋποθέτει δασκάλους ικανούς, κατάλληλα καταρτισμένους, συνεχώς επιμορφουμένους και δίκαια και σωστά αξιολογουμένους και –βεβαίως– υποδειγματικά αμειβομένους ώστε να αφοσιώνονται στο έργο τής Παιδείας. Τι θα κάνει η νέα Κυβέρνηση γι’ αυτό το μέγα και οξύ θέμα που χρόνια τώρα περιμένει τη λύση του; Θα το αδράξει; Θα δρομολογήσει τη λύση του ή θα σκοντάψει σε αντιρρήσεις από θιγόμενα συμφέροντα ή βολέματα; Έχει συνειδητοποιήσει ότι οι καιροί έχουν αλλάξει και πως ό,τι παλαιότερα επέφερε «πολιτικό κόστος», τώρα μπορεί να αποφέρει «πολιτικό όφελος»; Προσωπικά έχω διαπιστώσει μια γενικότερη κοινωνική ωρίμαση στην επιθυμία επίλυσης αυτών των προβλημάτων και σημαντικές πολιτικές συγκλίσεις, καθώς και ένα διαφορετικό γενικά κλίμα στον ίδιο τον συνδικαλιστικό χώρο, όχι ως υποχώρηση αλλά ως προτάσεις εναλλακτικών λύσεων, αφού πλέον και στη χώρα μας ο συνδικαλισμός έχει αναπτύξει δραστηριότητες εκπαιδευτικής έρευνας και σοβαρών τεκμηριωμένων απόψεων. 
 Μην υποτιμήσουν οι αρμόδιοι το γεγονός ότι έχει γίνει κοινή συνείδηση η ανάγκη αξιολόγησης, όχι με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών ως πανάκεια, αλλά με πρωταρχικό στόχο τη συνεχή αξιολόγηση τού εκπαιδευτικού συστήματος που εφαρμόζουμε, τού εκπαιδευτικού έργου που επιτελείται στη σχολική μονάδα, στον νομό, στην περιφέρεια, ακόμη και σε εθνικό επίπεδο. Και βεβαίως με συνεχείς διορθωτικές παρεμβάσεις κατόπιν συστηματικών, πολύμορφων, αξιόπιστων επιστημονικών αξιολογήσεων από έναν μόνιμο ειδικό φορέα με επικεφαλής ειδικούς στην αξιολόγηση.
Θα τολμήσει η νέα Κυβέρνηση να επιχειρήσει τη μεγάλη τομή, να ξαναδώσει στο Λύκειο την παιδευτική αυτονομία του και να καταργήσει το «Λύκειο-Φροντιστήριο»; Θα καθιερώσει μια ευρύτερη επιλογή μαθημάτων, που θα λύσει προβλήματα και θα ανοίξει δρόμους για τα πραγματικά ενδιαφέροντα των μαθητών, έξω και πέρα από τα τυποποιημένα κουτιά γνώσης που έχουν καταντήσει στην πράξη τα «γνωστικά πεδία»;
Τέλος, θα αναλάβει τη σταυροφορία για μια άλλη μορφή πρόσβασης στα ΑΕΙ μέσω εξετάσεων που θα διενεργούνται αντικειμενικά και αδιάβλητα όπως σήμερα αλλά από έναν μόνιμο, ειδικό φορέα που θα επιτρέπει περισσότερες ευκαιρίες εξέτασης-βελτίωσης (όχι μόνο μία φορά τον χρόνο), με δυνατότητα διατήρησης των υψηλών βαθμών από τον υποψήφιο, χωρίς να κλείνει ο δρόμος πρόσβασης σε άλλους υποψηφίους πρωτοδιαγωνιζομένους; Αν η κυβέρνηση εφαρμόσει ένα τέτοιο αδιάβλητο και συγχρόνως δικαιότερο και περισσότερο ευέλικτο σύστημα (υπάρχουν δοκιμασμένα λειτουργούντα συστήματα), που θα μειώσει δραστικά το άγχος των υποψηφίων και των οικογενειών τους καθιστώντας την προσπάθεια εισαγωγής στα ΑΕΙ ατομική υπόθεση τού καθενός (όχι εθνική!), δεν θα έχει προσφέρει ύψιστη κοινωνική –για να μη πω εθνική– υπηρεσία σ’ αυτή την έρημη νεολαία μας; Έτσι θα φθάνουν οι νέοι μας στα ΑΕΙ πιο δίκαια, αποδεδειγμένα πιο ικανοί, λιγότερο ταλαιπωρημένοι, με άλλη όρεξη ώστε να εκτυλίσσουν τη δύναμή τους για ένα καλύτερο επίπεδο σπουδών.
Θα εμπιστευθούμε, τέλος, τον δάσκαλο (όπως τον εμπιστεύονται όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι) να έχει λόγο κι αυτός στην αξιολόγηση των μαθητών του και στην ικανότητά τους να ανταποκριθούν σε πανεπιστημιακές σπουδές; Δεν θα είναι μεγάλη αλλαγή στην Παιδεία μας να ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση στον δάσκαλο των παιδιών μας, αυξάνοντας συγχρόνως τις απαιτήσεις μας και εξασφαλίζοντας κατάλληλο έλεγχο τής αξιοπιστίας όλων, πολιτών και Πολιτείας;
Είναι διατεθειμένος ο Γιώργος Παπανδρέου να εμπνευσθεί από το πρότυπο τού Γεωργίου Παπανδρέου και να αφήσει ιστορία στην Παιδεία μας; Ο Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία επέτρεψε να φανούν τέτοιες δυνατότητες.
 

 

Εκτύπωση