Ομιλία- συζήτηση για το Αλφάβητο στο βιβλιοπωλείο “Ευριπίδης”
11 Φεβρουαρίου 2019Οι Έλληνες επινόησαν το φωνολογικό αλφάβητο
17 Φεβρουαρίου 2019Όταν μιλάς μια γλώσσα, νεότερη στη σύστασή της ως εθνικής έκφρασης αλλά προφανώς σεβαστή ως γλώσσα ενός λαού, μια γλώσσα που η οικογένεια στην οποία ανήκει έχει την όποια δική της ιστορία, μια γλώσσα που την γράφεις με ένα ευρύτερης χρήσης αλφάβητο στο οποίο γράφονται οι γλώσσες τής ίδιας οικογένειας, όταν η γλώσσα αυτή είναι αναγνωρίσιμη από ειδικούς αλλά και από μη ειδικούς ως προς τις γλώσσες με τις οποίες συγγενεύει, όταν…όταν…, τί ανάγκη έχεις και ποια σκοπιμότητα υπηρετεί να την «βαπτίζεις» με ένα όνομα που ανήκει επί αιώνες σε μια άλλη εθνική γλώσσα, σ’ έναν άλλο λαό, σε μια άλλη χώρα; Δεν υποτιμάς έτσι, πρώτα-πρώτα και στην πράξη, την ίδια σου τη γλώσσα, αναζητώντας και καταφεύγοντας σ’ ένα ξένο όνομα;
Συγκεκριμένα, όταν η εθνική σου γλώσσα κατάγεται κυρίως από τη Βουλγαρική (μια σλαβική γλώσσα με μεγάλη ιστορική διαδρομή) με πολλά στοιχεία —δεν είναι ούτε υποτιμητικό ούτε πρωτοφανές— και από μια άλλη παρακείμενη σλαβική εθνική γλώσσα, τη Σερβική, επομένως όταν η γλώσσα σου είναι γλωσσικά και γλωσσολογικά προσδιοριζόμενη ως γλώσσα τής σλαβικής οικογένειας —για την ακρίβεια, τής «νοτιοσλαβικής» ομάδας—, μια γλώσσα που είναι φυσικό να γράφεται με το κοινό γενικά αλφάβητο των σλαβικών γλωσσών, το σλαβικό κυριλλικό αλφάβητο, αυτή τη γλώσσα τη νοτιοσλαβική Βουλγαροσερβική ή Σερβοβουλγαρική, γλώσσα πολύ νεότερη ως εθνική γλώσσα, νομιμοποιείσαι, αλήθεια, να την ονομάσεις με «δανεικό» όνομα, εν προκειμένω με το όνομα μιας ελληνικής γλώσσας που φέρει ιστορικά για αιώνες το όνομα Μακεδονική; Ιστορικά, πολιτισμικά, πολιτικά, γλωσσικά και γλωσσολογικά, και πάνω απ’ όλα ηθικά νομιμοποιείσαι να προσεταιρισθείς ένα άλλο όνομα για τη δική σου εθνική γλώσσα; Τα ονόματα δεν είναι πάντοτε αθώα. Ιδίως τα ονόματα χωρών και γλωσσών, όταν καταχρηστικά για εθνικιστικούς (τι άλλο;) σκοπούς μετατρέπονται σε εθνικά ονόματα. Και πάνω απ’όλα, όταν σκόπιμα χρησιμοποιείς το ιστορικά και πολιτισμικά καθιερωμένο όνομα τής εθνικής γλώσσας ενός λαού για όνομα τής δικής σου διαφορετικής καθ’ όλα γλώσσας σου, τότε δεν «κλέβεις» μαζί με το όνομα και την ιστορία ενός άλλου λαού, όμοια όπως όταν ιδιοποιείσαι λ.χ. τα γλυπτά του ή όταν σφετερίζεσαι δικά του σημαντικά ιστορικά πρόσωπα ή πράγματα και τα εμφανίζεις σαν δικά σου; Όλες αυτές οι περιπτώσεις όσο και όταν συμβαίνουν δεν καταλήγουν σε «κλοπή» τής ιστορίας;
Δεν είναι καθόλου αθώα η κλοπή των ονομάτων, ιδίως τού ονόματος τής γλώσσας, γιατί η γλώσσα είναι βασικό συστατικό ταυτότητας. Είναι ταυτότητα που οδηγεί ιδίως απληροφόρητους αποδέκτες (ακροατές, αναγνώστες, πολίτες άλλων χωρών και λαών) σε ταύτιση μιας χώρας με μιαν άλλη, σε ταύτιση καταγωγής και πολιτισμού, εν προκειμένω σε ταύτιση τής ΠΓΔΜ με την ελληνική Μακεδονία (αρχαία, βυζαντινή και νεότερη). Και μη ξεχνάμε ότι η ταυτότητα τής γλώσσας σε συνδυασμό με άλλες ταυτοτικές αναγνωρίσεις (ονομασία εθνότητας λ.χ. ή προϊόντων κ.λπ.) επιφέρει σύγχυση και όχι σπάνια υποστηρίζει εθνικιστικές βλέψεις (οψέποτε υπάρξουν βεβαίως κατάλληλες συνθήκες και προϋποθέσεις).
Για να αντιληφθούμε ποια είναι στην πραγματικότητα η γλώσσα αυτών των γειτόνων μας, ας αναχθούμε σε μερικούς ειδικούς γνώστες τού θέματος. Κατά τον πιο έγκυρο Έλληνα μελετητή τής γλώσσας τής ΠΓΔΜ, τον αείμνηστο καθηγητή τής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο τής Θεσσαλονίκης Νικόλαο Ανδριώτη (1906-1976), η γλώσσα αυτή «έχει λιγότερα, κυρίως φωνητικά, κοινά γνωρίσματα με τη Σερβική, και περισσότερα, κυρίως μορφολογικά, […] κοινά με τη Βουλγαρική. Πού ανήκει λοιπόν; Φυσικά όχι στη Σερβική. Αλλά ούτε με τη Βουλγαρική μπορεί να ταυτιστεί εντελώς. Είναι, όπως ορίζει ο A. Vaillant [Grammaire comparée des langues slaves, Paris 1915], ένα ιδίωμα που γενεαλογικά ανήκει μάλλον σε μια βουλγαρομακεδονική ενότητα, η οποία αντιτίθεται σε μιαν άλλη γλωσσική ενότητα, τη σερβοκροατική. […] Τη γνώμη αυτή, ότι δηλ. το ιδίωμα τού κράτους των Σκοπίων ανήκει στη βουλγαρομακεδονική ενότητα και όχι στη σερβοκρατική, τη συνοψίζουν οι A. Meillet – M. Cohen, Les Langues du Monde, σ. 66 γράφοντας ότι “en Macédoine la majorité des parlers est nettemernt de type bulgare avec forte servisation”, και τη δέχεται και ο Horace Lunt [Grammar of Macedonian Literary language, Skopje 1952], που αντί “βουλγαρομακεδονική” την ονομάζει “Σλαβική τής Ανατολικής Βαλκανικής” (Eastern Balkan Slavic) […] Όσο πολύ απέχουν από την αντικειμενική αλήθεια εκείνοι που υποστηρίζουν ότι το ιδίωμα που μάς απασχολεί ανήκει στη σερβική γλώσσα, τόσο πλησιέστερα προς την αλήθεια βρίσκονατι εκείνοι που δέχονται τη γνώμη που εκπροσωπούν ο A. Vaillant και ο H. Lunt, ότι δηλ. το ιδίωμα αυτό ανήκει μάλλον στη Βουλγαρική» [Ν. Ανδριώτη, Το ομόσπονδο κράτος των Σκοπίων και η γλώσσα του. Θεσσαλονίκη 1960]
Στο έγκυρο γλωσσολογικό έργο “Encyclopedia of the Languages of Europe” (Blackwell Publishers 1998) τού επιστημονικού εκδότη καθηγ. Glanville Price, η σλαβολόγος Sonia Kanikova (Παν/μιο Λονδίνου) γράφει: “There is no sharp division between the dialects of western Bulgaria and those of Serbia and of the former Yugoslav Republic of Macedonia. The Macedonian language is structurally similar to Bulgarian and has, indeed, been regarded by some (including some non-Bulgarian scholars) as a dialect of Bulgarian” (σελ. 45). Στο ίδιο συλλογικό έργο ο σλαβολόγος Peter Herrity (Παν/μιο Nottingham) γράφει: “For historico-political reasons, Macedonian is not recognised in either Bulgaria or Greece. In Bulgaria it is considered a dialectal variant or ‘regional norm’ of Bulgarian, and in Greece the term ‘Macedonian’ can be used with reference only to the Greek dialects of (Greek) Macedonia or to Ancient Macedonian” (σελ. 316).
Επίσης ο γνωστός Γερμανός λεξικογράφος Heinz F. Wendt στο Λεξικό των Γλωσσών των εκδόσεων Fischer («Das Fischer Lexicon – Sprachen» 1961) αναφέρει : «Αν κανείς λάβει ως βάση ταξινόμησής τους τη σημερινή δομή των σλαβικών γλωσσών, θα πρέπει λόγω των έντονων δομικών τους ιδιαιτεροτήτων να εντάξει τη Βουλγαρική και τη Μακεδονική σε μια αυτοτελή ομάδα (“zu einer selbständigen Gruppe”) έναντι τής μεγάλης ομάδας των υπόλοιπων σλαβικών γλωσσών» (σελ. 285). Eνώ, ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικοσυγκριτικούς γλωσσολόγους, ο Vittore Pisani λέει καθαρά: «Πράγματι η μακεδονική γλώσσα είναι προϊόν πολιτικής ουσιαστικά προέλευσης» [II Macedonico, περ. Paideia 12,1957, σ. 250]
Επομένως βάσει των λεχθέντων, το όνομα τής γλώσσας τής ΠΓΔΜ, αν ληφθούν υπόψιν η καταγωγή, η δομή και η ιστορία της, δεν μπορεί να είναι «Μακεδονική» αλλά ένα άλλο οποιοδήποτε όνομα τής δικής τους επιλογής: Βουλγαροσερβική ή Σερβοβουλγαρική ή Βουλγαρομακεδονική ή Σλαβική τής Ανατολικής Βαλκανικής ή Νεοσλαβική ή Σλαβομακεδονική ή Μακεδονοσλαβική ή ό,τι άλλο θέλουν. Όχι Μακεδονική! Γιατί θα το πω και πάλι: τα ονόματα δεν είναι πάντοτε αθώα.
Υ.Γ.
Προσωπικά θεωρώ και αποκαλώ «γλώσσα» αυτό που μιλούν και γράφουν στην ΠΓΔΜ, διότι είναι από το 1944 η επίσημη γλώσσα τού μεγαλύτερου μέρους τού λαού μιας γειτονικής χώρας. Ωστόσο, καθαρώς γλωσσολογικά, υπάρχει και η εκτίμηση αρκετών ειδικών (Ανδριώτη, Vaillant, Lunt και άλλων) ότι δεν πρόκειται για «αυτοτελή γλώσσα» αλλά για «διάλεκτο» ή «ιδίωμα». Το επιχείρημα τού Ν. Ανδριώτη : «Αν για να ονομαστεί μια γλωσσική μορφή ιδιαίτερη “γλώσσα” και όχι “διάλεκτος” ή “ιδίωμα”, πρέπει να παρουσιάζει, σχετικά με άλλες συγγενικές μορφές, διαφορές όχι πια τόσο μεγάλες, όσο είναι εκείνες που χωρίζουν την Ελληνική λ.χ. από τη Λατινική λ.χ. ή από τη Γερμανική, αλλά διαφορές έστω μικρότερες όπως εκείνες που χωρίζουν γλώσσες ιδιαίτερα συγγενείς, λ.χ. τη Γαλλική από την Ιταλική, ή τη Γερμανική από τη Σουηδική, ή τη Ρωσική από τη Βουλγαρική, τότε το γλωσσικό ιδίωμα τού κράτους των Σκοπίων δεν θα μπορούσε ποτέ να ονομαστεί “γλώσσα” αυτοτελής».
Το Βήμα τής Κυριακής, 10 Φεβρουαρίου 2019