Μάθημα 24: Πώς δηλώνεται ο χρόνος στα Ελληνικά;
10 Νοεμβρίου 2023Αγγλικές λέξεις πλασμένες από τα Ελληνικά
14 Νοεμβρίου 2023Προεκλογικά κατακλυστήκαμε από «θα-ϊσμούς» (π.χ. θα προχωρήσουμε, θα πετύχουμε, θα ξανασταθούμε στα πόδια μας, θα χαθούμε, θα υποδουλωθούμε, θα…, θα…), όχι μόνο δηλαδή με τη μορφή (προεκλογικών) υποσχέσεων για το μέλλον, αλλά και ως πιθανολογήσεις για ό,τι απειλεί ή θα σώσει τον τόπο· την ίδια στιγμή επήλθε καταιονισμός «να-ϊσμών» (π.χ. να τιμωρήσουμε, να διώξουμε, να προσέξουμε, να στηρίξουμε, να ψηφίσουμε, να τολμήσουμε, να…, να…), προτροπών δηλαδή, επινοημένων ή απονενοημένων παραινέσεων, εθνικών εξάρσεων ή και συγκεκαλυμμένων απειλών· τέλος, κολυμπήσαμε στη λίμνη των «ας-ισμών» (π.χ. ας ελπίσουμε, ας εμπιστευθούμε, ας προσέξουμε, ας σκεφτούμε, ας βοηθήσουμε, ας διαμαρτυρηθούμε, ας ξυπνήσουμε, αςαντισταθούμε, ας…, ας…), σε ένα κλίμα δηλαδή ευχών, υποχωρήσεων, παραδοχών ή και αφυπνίσεως, αντιστάσεως, καταγγελτικών και επαναστατικών συνθημάτων για κινητοποιήσεις.
Έχουμε συνειδητοποιήσει ότι τρεις λεξούλες, τρία λεξίδια τής Ελληνικής, οι λέξεις να, θα και ας, αποτελούν ποσοτικά (σε συχνότητα) αλλά κυρίως ποιοτικά τις λέξεις-κλειδιά τής σύγχρονης επικοινωνίας μας; Κάθε μορφή σχολιασμού ενός μηνύματος, μιας πληροφορίας, ενός κειμένου περνάει μέσα από τις τρεις αυτές λέξεις: την εξέλιξη τού ἵνα, το να· την εξέλιξη τού θέλω ἵνα (> θε(ν)νά > θα(ν)νά), το θα· την εξέλιξη τού ἄφες, το ας.
Όλο το φάσμα των συναισθημάτων, των λεπτών πληροφοριών, τού σχολιασμού περνάει μέσα από αυτούς τους «δείκτες» (όπως τους λένε οι γλωσσολόγοι) τής τροπικότητας: η παράκληση, η προσταγή, η παραχώρηση, η ευχή, η παρότρυνση, η αποδοχή, η αμφισβήτηση, η ειρωνεία, η απόρριψη, η επιφύλαξη, η πιθανότητα, η βεβαιότητα, η επιθυμία, η πίεση, η υπόσχεση, η συμφωνία, η αντίθεση, η άρνηση κ.λπ. περνούν και δηλώνονται μέσα από τον συνδυασμό δεικτών (να – θα – ας) και ρηματικών τύπων, δηλαδή μέσα από την τροπικότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι τρεις αυτές λέξεις συνδυάζονται με όλους τους τύπους (χρόνους – ποιόν ενεργείας) των ρημάτων: να φεύγει – θα φεύγει – ας φεύγει, να έφευγε – θα έφευγε – ας έφευγε, να έφυγε – θα έφυγε – ας έφυγε, να έχει φύγει – θα έχει φύγει – ας έχει φύγει κ.λπ.
Αυτό που συνέβη στην περίπτωση των να – θα – ας χαρακτηρίζει γενικότερα την ιστορική εξέλιξη τής Ελληνικής: η μετάβαση από τη σύνθετη στην αναλυτική εκφορά, από τη μονολεκτική στην περιφραστική. Όπως λ.χ. το γέγραφα έγινε έχω γράψει, έτσι και το γράψω έγινε θα γράφω / θα γράψω, το (βούλομαι) γράφειν / γράψαι έγινε (θέλω) να γράφω / να γράψω και το ἐλθέτω έγινε ας έλθει. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα στάδιο που γνώρισε στην πορεία της η ελληνική γλώσσα, περνώντας από γραμματικά εκφρασμένες δηλώσεις («γραμματικοποιημένες») σε λεξικά εκφρασμένες δηλώσεις («λεξικοποιημένες»), που είναι σαφέστερες: από τον απλό μέλλοντα γράψω προχώρησε στην περιφραστική λεξικοποιημένη εκφορά θέλω ἵνα γράψω, από όπου το θα γράψω, με λεξικά δηλωμένη τη βουλητικότητα τού μέλλοντα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο το σύστημα των (γραμματικών-συντακτικών) εγκλίσεων τής Ελληνικής, πλην τής οριστικής και τής προστακτικής, εκφράστηκε με τους δείκτες θα – να – ας και δι’ αυτών όλη η τροπικότητα τής Νέας Ελληνικής.
Όλα αυτά επιτελούνται στη γλώσσα μας με τους τροπικούς δείκτες θα – να – ας, δηλαδή με έναν λεπτό γλωσσικό μηχανισμό που δηλώνει ό,τι είναι πέρα από βεβαιότητες. Είναι το θυμικό κομμάτι τής γλώσσας μας: τα συναισθήματα, οι ευαισθησίες, οι προβληματισμοί τής ανθρώπινης πλευράς τής ύπαρξής μας, η βιωματική μας προσέγγιση στα πράγματα. Είναι οι αμφιβολίες και οι αμφισβητήσεις μας απέναντι σε αλύγιστες βεβαιότητες· είναι ο θυμός, η αγανάκτηση, η πίκρα τής αδικίας απέναντι σε εξοργιστικές διαπιστώσεις· είναι η ευχή, η ελπίδα, η προσμονή και η προσδοκία για υπέρβαση στυγνών πραγματικοτήτων· είναι η παραχώρηση, η υποχώρηση, η ανεκτικότητα στη δύναμη των βεβαιοτήτων· είναι η μετριοπάθεια στη λογική τής επιβολής· είναι η προσπάθεια συναίνεσης, η αντίσταση στις απειλές, αλλά και ο φόβος, η ανασφάλεια, η αβεβαιότητα απέναντι στη σιγουριά των διαπιστωμένων καταστάσεων· είναι ο συνειδητός μετριασμός τού βιωμένου και βιωματικού λόγου μας απέναντι στην αλαζονεία τής αδιαφιλονίκητης βεβαιότητας κάθε μορφής εξουσίας· τελικά, είναι η γλωσσική επικοινωνία που πηγάζει από βαθύτερη αίσθηση ορίων, από βαθμούς αυτογνωσίας που μετριάζουν την εξουσία τής βεβαιότητας.
Ας σημειωθεί, επ’ ευκαιρία, ότι είναι προφανώς εσφαλμένο να χαρακτηρίζουμε «υποτακτική» κάθε συνδυασμό με το να (το «να έφυγε» δεν είναι υποτακτική), «μέλλοντα» κάθε συνδυασμό με το θα (το «θα έφτασε ήδη εκεί» δεν είναι μέλλοντας) και «προστακτική» κάθε συνδυασμό με το ας (το «ας πρόσεχε» δεν είναι προστακτική). Είναι τροπικοί τύποι που δηλώνουν μεγάλο φάσμα σημασιών, όπως αυτές που αναφέραμε ενδεικτικά. Για την ακρίβεια, μάλιστα, οι δυνατοί συνδυασμοί των θα – να – ας ανέρχονται συνολικά σε πενήντα (50), 25 για την ενεργητική και άλλοι 25 για τη μεσοπαθητική φωνή, ενώ η κλίση των συνδυασμών σε όλα τα πρόσωπα μαζί με τους τύπους τής προστακτικής ανεβάζει τον αριθμό σε πολλές δεκάδες (συνολικά μαζί με την οριστική οι δυνατοί/πιθανοί ρηματικοί τύποι τής Νέας Ελληνικής ανέρχονται σε 284).
Τελικά, με τις λέξεις-κλειδιά τής Ελληνικής, το να, το θα και το ας, μπορείς να σχολιάσεις με πλήθος λεπτών σημασιολογικών αποχρώσεων οποιαδήποτε ρηματική πληροφορία.