Για ένα νέο Λεξικό τής Ακαδημίας Αθηνών
5 Ιουνίου 2018Το «Πιστεύω» ως πρότυπο κατηγορικού λόγου
5 Ιουνίου 2018Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ (Νέες Εποχές, σ. 54)
4 Ιουλίου 2004
* Τον πλούτο τής γλώσσας μπορεί να τον ανακαλύψει μόνος του ο μαθητής ανοίγοντας ένα καλό λεξικό
Δουλεύοντας τα τελευταία χρόνια σ’ ένα λεξικό για το σχολείο (και το γραφείο), που άρχισε να κυκλοφορεί από τον περασμένο μήνα, είχα την ευκαιρία πολλές φορές να ξανασκεφθώ και να προβληματισθώ για ένα θέμα που θίγω συχνά και στα μαθήματά μου στο Πανεπιστήμιο: για το πώς μπορούν να αξιοποιηθούν τα λεξικά σε μια πραγματικά δημιουργική, ανα-καλυπτική και πιο απο-καλυπτική διδασκαλία τής γλώσσας.
Μεταξύ πολλών άλλων που μπορεί να σκεφθεί ο γλωσσικά και διδακτικά ευαισθητοποιημένος δάσκαλος/καθηγητής, διδάσκοντας τη γλώσσα στη Γενική Εκπαίδευση (Δημοτικό-Γυμνάσιο-Λύκειο), είναι οι εξής κύριες λεξικογραφικές προσεγγίσεις και χρήσεις λεξικού στην τάξη:
1. εννοιολογική προσέγγιση. Κατάλληλα καθοδηγούμενος ο μαθητής, μπορεί να ανακαλύψει τη δύσκολη αλλά ιδιαίτερα αποκαλυπτική για την κατανόηση τής γλώσσας πορεία διατύπωσης τού ορισμού τής σημασίας μιας λέξης. Δεν υπάρχει δυσκολότερο πεδίο δοκιμασίας τής γνώσης αλλά συγχρόνως και πεδίο άσκησης στη γλώσσα από τη διατύπωση τού ορισμού τής σημασίας, δηλαδή τής εννοίας μιας λέξης. Στη διαδικασία αυτή αρετές και κατακτήσεις τής γλώσσας, όπως η ακριβολογία, η λιτότητα (οικονομία στην έκφραση), η δηλωτικότητα (σημασιολογική ευθυβολία), η επιλογή των εννοιολογικά καίριων και σημασιολογικά κύριων χαρακτηριστικών τής λέξης καλλιεργούνται, συγκρίνοντας και σχολιάζοντας τους ορισμούς των μαθητών τής τάξης με εκείνους των (ερμηνευτικών) λεξικών. Εκεί θα συνειδητοποιήσει ο μαθητής το περιττό και το χρήσιμο, το γενικόλογο και το συγκεκριμένο, το σκολιό και το ευθύβολο, το άκαιρο και το καίριο. Εκεί θα διδαχθεί «το μέγιστον μάθημα» τής σύνθετης δια-νοητικής διαδικασίας (γνωστικής, σημειολογικής, πραγματολογικής και, τελικά, γλωσσικής) που είναι ο ορισμός τής σημασίας μιας λέξης.
2. σημασιολογική προσέγγιση. Ας ρωτήσει ο δάσκαλος τους μαθητές μέσα στην τάξη αν γνωρίζουν πόσες σημασίες έχει η τάδε λέξη και πόσες πάγιες φράσεις χρησιμοποιούμε στη γλώσσα μας μ’ αυτή τη λέξη. Αυτό που θα ακολουθήσει προς μεγάλη έκπληξη (από την οποία αρχίζει πάντοτε η γνώση) μαθητών και δασκάλου είναι, για τις περισσότερες λέξεις, ο μεγάλος αριθμός των σημασιών που δηλώνει η λέξη και (για πολλές λέξεις) ο μεγάλος αριθμός των παγίων φράσεων που σχηματίζουμε στη γλώσσα μας μ’ αυτές. Αναλογισθείτε λ.χ. και αναζητήστε πόσες σημασίες έχει η λέξη κόσμος (ο γύρος τού κόσμου – η συντέλεια τού κόσμου – υπάρχουν και άλλοι κόσμοι – ο κόσμος αλλάζει – τι θα πει ο κόσμος – ο μάταιος τούτος κόσμος – εγκατέλειψε τον κόσμο – ο εσωτερικός μας κόσμος – ο καλλιτεχνικός κόσμος – τα προβλήματα τού ισλαμικού κόσμου – είχε πολύ κόσμο κ.λπ.) και πόσες φράσεις σχηματίζουμε μ’ αυτή τη λέξη με διαφορετικές πάλι σημασίες (έφαγα τον κόσμο – δεν χάλασε κι ο κόσμος – εδώ ο κόσμος καίγεται… – από καταβολής κόσμου – ο κόσμος τό ‘χει τούμπανο… – για τα μάτια τού κόσμου – κόσμος και κοσμάκης – φέρνω στον κόσμο – ζει στον κόσμο του – Τρίτος Κόσμος – ο Νέος Κόσμος – τού κόσμου τα καλά/τις ανοησίες… κ.λπ.). Ολες αυτές τις σημασίες και, δι’ αυτών, τον πλούτο και τις εκφραστικές δυνατότητες τής γλώσσας μπορεί να τις ανακαλύψει μόνος του ο μαθητής ανοίγοντας ένα καλό λεξικό και να νιώσει άμεσα τι δίνει μια γλώσσα και εν προκειμένω η μητρική του γλώσσα. M’ αυτή την ευκαιρία ο δάσκαλος, ο ευαισθητοποιημένος και προετοιμασμένος για ένα τέτοιο μάθημα, θα οδηγήσει τους μαθητές του να καταλάβουν τι θα πει πολυσημία και, δι’ αυτής, οικονομία στη γλώσσα (μία λέξη μπορεί να δηλώνει πολλές σημασίες κι έτσι να εστιάζουμε τη γνώση και την επικοινωνία μας στις σημασίες παρά στους τύπους που δηλώνουν αυτές τις σημασίες). Επίσης θα έχει την ευκαιρία – γιατί θα το παρατηρήσουν οι μαθητές- να εξηγήσει τι είναι σημασία και τι χρήση στη γλώσσα και πόσο (με τη γνωστή διδασκαλία τού Wittgenstein και άλλων) η σημασία μιας λέξης καθορίζεται από τις χρήσεις της στην επικοινωνία.
3. συγκριτική προσέγγιση. Ο ευαισθητοποιημένος δάσκαλος, για να δείξει πόσο οι γλώσσες αλληλοεπηρεάζονται («επαφή/συνάντηση των γλωσσών», το λένε οι γλωσσολόγοι), θα υποδείξει στους μαθητές να ανοίξουν ένα καλό αγγλικό κι ένα καλό γαλλικό λεξικό στη λ. cosmo-. Εκεί θα διαπιστώσουν οι ίδιοι οι μαθητές ότι υπάρχουν λ.χ. στην Αγγλική οι λέξεις cosmic/cosmical(ly), cosmochemi-stry/-cal/-ist, cosmogon-y/-ic/-ist, cosmograph-y/-er/-ist/-ic/-ical(ly), cosmolog-y/-er/-ist/-ic/-ical(ly), cosmonaut, cosmopolis, cosmopolitan/-ism, cosmopolit-e/-ism, cosmos (πληθ. cosmos και cosmoses), αλλά και ως β’ συνθετικό όπως micro-cosm. Τις ίδιες λέξεις θα βρουν και στο γαλλικό λεξικό (π.χ. στο Larousse), όπου δίδεται επιπλέον και η λέξη cosmodrome. Στο Larousse μάλιστα θα βρει τη λέξη να περιλαμβάνεται στην αρχή, στον πίνακα των στοιχείων που προέρχονται από την Ελληνική και τη Λατινική, ως cosmo- και -cosme.
Παίρνοντας αφορμή ο δάσκαλος και από τις αγγλικές λέξεις όπως cosmetic, cosmetics, cosmetician, cosmeti(ci)ze, cosmetology και τις αντίστοιχες γαλλικές (όπου και cosmetologue), μπορεί να εξηγήσει στους μαθητές τη λειτουργία τής ετυμολογίας, τής καταγωγής των αρχικών τύπων και σημασιών, περνώντας στην:
4. ετυμολογική προσέγγιση. Ετσι θα καταλάβει ο μαθητής ότι η αρχική και αρχαία ελληνική λέξη δήλωσε δύο βασικές σημασίες: τον «κόσμο» (τη Γη) και τον «διάκοσμο, στολισμό/στολίδι» (π.β. το ρήμα κοσμώ). Από την α’ πλάστηκε το «αστρονομικό» cosmos των ξένων, από τη β’ το «αισθητικό» cosmetics κ.λπ. Εδώ ο δάσκαλος -με αναδρομή πάλι σε κατάλληλα λεξικά- θα εξηγήσει πώς οι Ελληνες είδαν και δήλωσαν τον κόσμο ως «τάξη» (που ήταν η αρχική σημασία τού κόσμος αντίθετα προς το χάος) και πώς η τάξη, η κατάλληλη και αισθητική διάταξη των πραγμάτων, αποτελεί «στολισμό, διάκοσμο» που έδωσε το κοσμώ, ακόμη και τις συναφείς νεότερες ξένες λέξεις.
Μια προσέγγιση τής γλώσσας με αυτό το πνεύμα (που θα μπορούσε να επεκταθεί στη γραμματική και στη σύνταξη), δηλ. με τη χρήση λεξικών μέσα στην τάξη (και με εργασίες στη βιβλιοθήκη ή στο σπίτι) αποτελεί, πιστεύω, δημιουργική, ανα-καλυπτική («ανευρετική»), απο-καλυπτική και, κυρίως, ελκυστική για το παιδί (και γιατί όχι για τον δάσκαλο;) διδασκαλία και μάθηση τής γλώσσας.