Επιστημονική ετυμολογία των λέξεων
5 Ιουνίου 2018Αντιστρεψιμότητα και όχι απλογράφηση
5 Ιουνίου 2018Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ (Νέες Εποχές, σ. 5)
19 Οκτωβρίου 1997
Οσο κι αν ήταν ένα εξειδικευμένο Συνέδριο γλωσσολόγων με αυστηρώς επιστημονικές ανακοινώσεις και συζητήσεις για τη γλώσσα, το Γ’ Διεθνές Γλωσσολογικό Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα, που συνήλθε στην Αθήνα από 25 έως και 27 Σεπτεμβρίου και που οργάνωσε ο Τομέας Γλωσσολογίας του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών στις Αίθουσες Λόγου και Τέχνης της Στοάς του Βιβλίου, έχει ευρύτερο ενδιαφέρον και ιδιαίτερη σημασία για τη γλώσσα μας. Γι’ αυτό και θα θίξω εδώ ορισμένες πτυχές και προεκτάσεις του.
Εν πρώτοις, είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό ότι στο Συνέδριο αυτό έγιναν περί τις 150 επιστημονικές ανακοινώσεις που αποτελούσαν πρωτότυπες συμβολές στη μελέτη της ελληνικής γλώσσας. Βεβαίως, επιστημονικές μελέτες για την ελληνική γλώσσα δημοσιεύονται και αυτοτελώς και σε ξένα περιοδικά και στο πλαίσιο των ετήσιων γλωσσολογικών Συναντήσεων του Γλωσσολογικού Τομέα του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης («Μελέτες για την ελληνική γλώσσα») και με εκδοτική ευθύνη του γράφοντος στο περιοδικό «Γλωσσολογία» του Γλωσσολογικού Τομέα του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Γλωσσικής Εταιρείας των Αθηνών. Και πολλές επιστημονικές μελέτες για την ελληνική γλώσσα περιλαμβάνονται στα Πρακτικά των δύο προηγούμενων διεθνών γλωσσολογικών Συνεδρίων για την ελληνική γλώσσα (του Reading με εκδοτική ευθύνη των Ει. Φιλιππάκη – Warburton και Κ. Νικολαΐδου και του Salzburg με εκδότες τους G. Drachmann και Αγγ. Μαλικούτη – Drachmann). Τα Πρακτικά δε του Γλωσσολογικού Συνεδρίου των Αθηνών, που γρήγορα θα εκδοθούν, υπολογίζεται να καταλάβουν 2 τόμους 1.200 συνολικά σελίδων.
Ολα αυτά λέγονται εδώ για να καταστεί φανερό ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει ένα πολύ έντονο επιστημονικό ενδιαφέρον για τη γλώσσα μας. Αυτό συνδέεται με τη θεαματική ανάπτυξη των γλωσσολογικών σπουδών στην Ελλάδα (Τομείς Γλωσσολογίας υπάρχουν στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων, Κρήτης, τελευταία δε υπάρχουν γλωσσολόγοι και στα Πανεπιστήμια Θράκης, Πάτρας και Αιγαίου, ενώ γλωσσολόγους και γλωσσολογικούς τομείς έχουν πολλά Παιδαγωγικά Τμήματα Δημοτικής Εκπαίδευσης των αντιστοίχων πανεπιστημίων καθώς και τα ξενόγλωσσα Τμήματα Αγγλικής, Γαλλικής, Γερμανικής και Ιταλικής των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης). Συνδέεται επίσης μ’ ένα ευρύτερο ενδιαφέρον για την ελληνική γλώσσα εντός και εκτός Ελλάδος (Ευρωπαϊκή Κοινότητα, Απόδημοι Ελληνες, Βαλκάνια, Χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, Ρωσοπόντιοι, οικονομικοί μετανάστες κ.ά.). Είναι χαρακτηριστική η ζήτηση που υπάρχει για την εκμάθηση της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας τα τελευταία χρόνια. Επίσης, σε αρκετά πανεπιστήμια και άλλα ιδρύματα του εξωτερικού υπάρχουν επιστήμονες (γλωσσολόγοι, φιλόλογοι, νεοελληνιστές, ιστορικοί κ.ά.) που μελετούν ή διδάσκουν την ελληνική γλώσσα.
Επιστρέφοντας στο Συνέδριο, αξίζει να τονίσουμε τη μεγάλη συμμετοχή που παρατηρήθηκε για ένα τέτοιο ειδικό επιστημονικό Συνέδριο (οι Σύνεδροι έφτασαν τους 400) και, κυρίως, τη μεγάλη και ενεργό συμμετοχή νέων σε ηλικία επιστημόνων. Αυτό γεννά αισιοδοξία για την επιστήμη της γλώσσας ιδίως αν ληφθεί υπ’ όψιν η υψηλή ποιότητα των ανακοινώσεων και των συζητήσεων αλλά και υποχρέωση για το ελληνικό κράτος και τα ελληνικά πανεπιστήμια να δώσουν περισσότερες δυνατότητες σε εξαίρετους νέους και νέες γλωσσολόγους, ιδρύοντας περισσότερες θέσεις γλωσσολογίας στα Πανεπιστήμια. Στο κάτω – κάτω η ελληνική γλώσσα είναι υπόθεση της Ελλάδας ως έθνους και των πανεπιστημίων μας ως ελληνικών πανεπιστημίων. Γιατί είναι απώλεια να μην αξιοποιούνται από τα δικά μας πανεπιστήμια τέτοιες δυνάμεις και να αναγκάζονται να ζητούν καταφύγιο σε ξένα πανεπιστήμια ή να ασκούν επαγγέλματα διαφορετικά σε σχέση με τις σπουδές και τις ικανότητές τους. Για ορισμένα εθνικού ενδιαφέροντος αντικείμενα όπως η γλώσσα επιβάλλεται να υπάρξει μια μακροπρόθεσμη εθνική στρατηγική που θα χαράσσεται από το υπουργείο Παιδείας σε συνεννόηση με τα Πανεπιστήμια.
Ευχάριστη έκπληξη ήταν η ευρύτητα του φάσματος των θεμάτων και των επί μέρους γλωσσολογικών κλάδων που εμφανίστηκαν στις ανακοινώσεις του Συνεδρίου. Δεν είναι μόνο η σύνταξη, η μορφολογία, το λεξιλόγιο, η σημασιολογία, η παραγωγή και σύνθεση, η φωνολογία, η φωνητική και η διαλεκτολογία της ελληνικής γλώσσας που απασχόλησαν τους γλωσσολόγους στις ανακοινώσεις τους. Ακούστηκαν πολλά και ενδιαφέροντα για τη γλώσσα μας από τον χώρο της κειμενογλωσσολογίας, της υφογλωσσολογίας, της ψυχογλωσσολογίας, της κοινωνιογλωσσολογίας, της υπολογιστικής γλωσσολογίας, της διδασκαλίας της γλώσσας, της αντιπαραβολικής γλωσσολογίας και άλλων διακλαδικών θεωρήσεων της γλώσσας. Ετσι λ.χ. απασχόλησαν τους Συνέδρους θέματα όπως η ανάλυση του αφηγηματικού λόγου, του δημοσιογραφικού λόγου, του πολιτικού λόγου, της γλώσσας των νέων, της λειτουργίας του κειμένου (καθημερινού, επιστημονικού, λογοτεχνικού κ.λπ.), διάφορα ζητήματα της κατάκτησης της γλώσσας από το παιδί, η ανάλυση της Ελληνικής με ηλεκτρονικούς υπολογιστές κ.ά. Τέλος, στο Συνέδριο έγινε αναφορά και σε γενικότερα θέματα της ελληνικής γλώσσας, όπως οι θεωρητικές προϋποθέσεις για μια νέου τύπου γραμματική της ελληνικής γλώσσας, που ήταν η ανακοίνωση του γράφοντος με θέμα «Από τη Γραμματική των μερών του λόγου στη Γραμματική των επικοινωνιακών λειτουργιών».
Από τη θεματολογία των ανακοινώσεων στο Συνέδριο ήλθε στο φως και μια ανησυχητική πλευρά της μελέτης της γλώσσας μας: η συγκριτικά περιορισμένη ενασχόληση των νέων γλωσσολόγων με θέματα της διαχρονικής ιστορικοσυγκριτικής γλωσσολογίας. Αυτό εξηγείται εν μέρει από την έμφαση που έχει δοθεί από τη Μοντέρνα Γλωσσολογία στην ανάλυση των σύγχρονων ομιλουμένων γλωσσών. Ωστόσο, για γλώσσες όπως η Ελληνική είναι αναγκαία η σπουδή της διαχρονικής διάστασης και ιστορίας της γλώσσας, η οποία δεν ενδιαφέρει μόνο φιλολογικά αλλά συμπληρώνει ουσιαστικά τη γνώση μας για την ελληνική γλώσσα. Τα παλαιότερα ελληνικά πανεπιστήμια διδάσκουν, συστηματικά, όσο γνωρίζω, και αυτή τη διάσταση της σπουδής της γλώσσας (ιστορία της γλώσσας, ιστορική γραμματική, συγκριτική γλωσσολογία κ.λπ.) προς την οποία πρέπει να στραφεί το ενδιαφέρον περισσοτέρων νέων γλωσσολόγων.
Τέλος, το Συνέδριο στην Ολομέλειά του απασχόλησε, μαζί με άλλα θέματα, και το γενικότερο θέμα της ισοτιμίας των γλωσσών στην Ενωμένη Ευρώπη που συνδέεται άμεσα με την πολιτιστική ταυτότητα των χωρών – μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Ομοφώνως οι Σύνεδροι του Γ’ Διεθνούς Γλωσσολογικού Συνεδρίου για την ελληνική γλώσσα ενέκριναν και εξέδωσαν την ακόλουθη διακήρυξη: «Το Γ’ Διεθνές Γλωσσολογικό Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα θεωρεί ότι ο σεβασμός της πολιτισμικής και γλωσσικής πολυμορφίας και ισοτιμίας στον ευρωπαϊκό χώρο αποτελεί, σήμερα ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αναγκαία προϋπόθεση για την οικοδόμηση της Ενωμένης Ευρώπης».
Το Δ’ Διεθνές Γλωσσολογικό Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα αποφασίστηκε να γίνει το 1999 στην Κύπρο με την οργανωτική ευθύνη του νεοσύστατου Πανεπιστημίου της Κύπρου. Τα πρακτικά του Γ’ Διεθνούς Γλωσσολογικού Συνεδρίου της Αθήνας θα εκδοθούν τους πρώτους μήνες του 1998.