Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο μύθος περί τής «αμύθητης περιουσίας» και η εκμετάλλευση τού μύθου. Το Βήμα, 11 Μαΐου 2003 (για Ι. Βαρβιτσιώτη)
2 Μαΐου 2019Το κερασάκι στην τούρτα. Το Βήμα: Νέες Εποχές, 19 Ιουλίου 1998 (για Δ. Μαρωνίτη)
2 Μαΐου 2019
Στο πλαίσιο της ελεύθερης έκφρασης των απόψεων που φιλοξενεί «Το Βήμα», ακόμη κι όταν πρόκειται για έντονη διαφωνία μεταξύ συνεργατών του, γράφονται οι γραμμές αυτές, λιτές, για να μη καταχραστώ τον πολύτιμο χώρο των «Νέων Εποχών» για θέματα μάλλον καταθλιπτικά. Η συνοπτική απάντησή μου αναφέρεται σε όσα έγραψαν στο Βήμα (28ης Ιουλίου) οι κ. Μαρωνίτης, Καζάζης και Βαγενάς.
α) Για τον κ. Μαρωνίτη, ο οποίος μιλάει για επιστημονική, πολιτική και ηθική ευθύνη, έχω να πω ότι είναι ο τελευταίος που μπορεί να μιλάει για τέτοιες βαριές έννοιες. Ούτε επιστήμη ασκεί «περί άλλα τυρβαζόμενος», ούτε πολιτική συνέπεια έχει (βλ. το άρθρο μου «Το Βήμα», 19ης Ιουλίου). Και, φυσικά, σε ώρες αυτοκριτικής και νηφάλιας ανασκόπησης του βίου και της πολιτείας του, θα νιώθει κι ο ίδιος ότι δεν είναι ο πιο κατάλληλος να μιλάει για ηθική και ηθική ευθύνη. Ο τόπος μας είναι τόσο μικρός που γνωρίζουμε όλοι όλα για όλους, περισσότερο καλά απ’ όσο συμφέρει τον κ. Μαρωνίτη. Τέλος, ο «καγχασμός» δεν πρέπει σε μένα, αλλά στον καθηγητή χωρίς επιστημονική ταυτότητα και χωρίς επιστημονικό έργο, τον κ. Μαρωνίτη: που είναι κλασικός φιλόλογος αλλά ασχολείται με τη νεοελληνική λογοτεχνία, που είναι και κατά φαντασίαν γλωσσολόγος (εξ ου και κατά πράξιν πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας) και που πρόσφατα —στα εβδομήντα του— εξελίσσεται σε «ολίγον ηθοποιός», παίζοντας (ως guest-star-professor;) σε τραγωδία που ανεβαίνει στην Επίδαυρο! ΄Αβυσσος η ψυχή του ανθρώπου… Αλλά εμείς τι φταίμε, να αναγκαζόμαστε να αφήνουμε τη δουλειά μας και να ασχολούμεθα με τον κ. Μαρωνίτη;
β) Για το ευρύτατα άγνωστο και αγλωσσολόγητο Κέντρο της (έρημης) Γλώσσας μας (το Δ.Σ. του Κέντρου διαθέτει έναν μόνο γλωσσολόγο της ελληνικής γλώσσας!…), ο προσεκτικός αναγνώστης της (δωρεάν) απάντησης διαφημιστικής στο Βήμα με τις επί χάρτου δραστηριότητες του ΚΕΓ ήδη θα το κατάλαβε τα Κέντρα Μαρωνίτη τι σημαίνουν: θα, θα, θα… Τα τέσσερα πέμπτα του έργου τεσσάρων χρόνων λειτουργίας του ΚΕΓ με 135 εκατομμύρια (λίγα είναι;) ετήσιο προϋπολογισμό είναι στο «θα» (προγράμματα, εκδόσεις, εκδηλώσεις κ.τ.ό.). Τα μόνα που πάνε καλά είναι, βεβαίως, τα πολλά Συνέδρια (διάβαζε πληρωμένα ταξίδια εντός και εκτός Ελλάδος της παρέας Μαρωνίτη).
Αυτό που πράγματι συμβαίνει είναι ότι όλοι οι γλωσσολόγοι των πανεπιστημίων της χώρας και από τη διοίκηση του μόνου επίσημου κρατικού Κέντρου για τη γλώσσα έχουν αποκλειστεί και (από κόμπλεξ, άγνοια, εχθρική διάθεση, τοπικισμό κ.λπ.) ούτε εκλήθησαν να συνεργαστούν στα διαβόητα προγράμματα του ΚΕΓ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη σύνταξη Ιστορίας της Ελληνικής Γλώσσας ουδείς, όσο γνωρίζω, γλωσσολόγος του Πανεπιστημίου Αθηνών και ορισμένων άλλων «μη φιλικών» πανεπιστημίων κλήθηκε να συμμετάσχει μεταξύ των 80 (!) μελών που συνεργάζονται γι’ αυτήν. ΄Ετσι η ιστορία της ελληνικής γλώσσας συντάσσεται κυρίως από ξένους! Αναμένουμε να δούμε τι θα βγει (αν και όποτε βγει), τι θα λέει για τη γλώσσα μας και τι συνοχή θα έχει ο συλλογικός αυτός τόμος των 80 (πως θα συντονιστούν σε ένα έργο 80 διαφορετικοί συγγραφείς, όταν είναι δύσκολη η συνεργασία ακόμη και τριών ή τεσσάρων συγγραφέων). Το Κέντρο της Ελληνικής γλώσσας δεν είναι τσιφλίκι του κ. Μαρωνίτη και των συν αυτώ ούτε μπορεί να μονοπωλείται (με επιλεκτικούς διορισμούς) από μια ομάδα ανθρώπων που δεν περιλαμβάνει καν τους ειδικούς του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Προκαλώ να δοθούν στη δημοσιότητα τα ονόματα των γλωσσολόγων των πανεπιστημίων της Ελλάδας που συνεργάζονται με το ΚΕΓ για να φανεί πόσοι και ποιοι είναι «κομμένοι» από ένα επίσημο κρατικό Κέντρο που λειτουργεί με χρήματα του ΄Ελληνα φορολογούμενου.
Πως, επομένως, οι δύο παρείσακτοι (ως μη ειδικοί) «ηγέτες» του Κέντρου απραξίας της ελληνικής γλώσσας ο κ. Μαρωνίτης και ο κ. Καζάζης δεν μπόρεσαν να ανεχθούν να βγει από έναν γλωσσολόγο και μαθητές του γλωσσολόγους ένα εντυπωσιακό Λεξικό της Ελληνικής γλώσσας που τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα. Πως τόλμησα ο άθλιος! Επάνω του, λοιπόν, με λάσπη (υπονοούμενα, λήμματα που θίγουν τη Μακεδονία, κέρδη που θα δώσει το Λεξικό, γιατί δεν εφαρμόζεται η απόφαση του Δικαστηρίου, λάθη που έχει το Λεξικό κ.λπ.). Κανένας καλός λόγος δεν βρέθηκε στο στόμα των (αναξίως) εντεταλμένων να χειρίζονται θέματα της ελληνικής γλώσσας για ένα τέτοιο Λεξικό! Οι κρίσεις και τα συμπεράσματα ανήκουν στον αναγνώστη.
γ) Ο κ. Βαγενάς —σε προφανή αμηχανία, αναγκασμένος να στραφεί αναιτίως εναντίον συναδέλφου του, που αυτός τουλάχιστον γνωρίζει καλά πόσο εκτιμάται στο Πανεπιστήμιο όπου και ο ίδιος υπηρετεί— μίλησε για δική μου «τύφλωση» απέναντι στο έργο του ΚΕΓ. Τύφλωση υπέστην πράγματι, το ομολογώ. ΄Οχι όμως τώρα, αλλά στο παρελθόν, όταν αγωνιζόμουν να εκλεγεί ο κ. Βαγενάς καθηγητής στο Τμήμα Φιλολογίας των Αθηνών, χωρίς προφανώς να έχω συνειδητοποιήσει την εξάρτηση της γνώμης του από τις βουλές του κ. Μαρωνίτη.
Υ.Γ. Ακούγεται (άκουσον άκουσον) ότι έχει οργανωθεί στη Θεσσαλονίκη ομάδα «ανιχνευτών λαθών» στο Λεξικό μου με σκοπό έξω από κάθε επιστημονική δεοντολογία να το δυσφημήσουν και να με πλήξουν προσωπικά! Αν αυτό αληθεύει θα δένει με ό,τι έχει μέχρι σήμερα συμβεί με το Λεξικό και θα είναι μια ακόμη απόδειξη με πόσο κοινοφανή τρόπο στα διεθνή χρονικά της επιστήμης σχεδιάζεται να βληθεί ένα επιστημονικό Λεξικό που προβάλλει, όσο κανένα άλλο μέχρι σήμερα, τον πλούτο, τη συνέχεια, τη ζωντάνια και τον δυναμισμό της σύγχρονης Ελληνικής. Κάθε καλοπροαίρετη επιστημονική κριτική είναι και ευπρόσδεκτη και αληθινά χρήσιμη. (΄Οποιος δουλεύει για τόσο μεγάλα και σύνθετα έργα, είναι έτοιμος να παραδεχθεί παροράματα, αστοχήματα, παραλείψεις, ενίοτε και σοβαρά λάθη• μόνον οι ανίδεοι και οι άπραγοι εφησυχάζουν στη νιρβάνα της απραξίας τους). Αντίθετα, είναι αυτόχρημα διαβλητή η κακεντρεχής, η «διατεταγμένη» και επιλεκτικά οργανωμένη «κριτική» ειδικά και αποκλειστικά για το δικό μου Λεξικό! Προσωπικά, πάντως, θα είμαι ευγνώμων για κάθε οσοδήποτε αυστηρή, αλλά τεκμηριωμένη κριτική του Λεξικού που θα γίνει από γνώστες των θεμάτων της Λεξικογραφίας και της επιστήμης της γλώσσας, τέτοια δηλ. που να αντέχει σε σοβαρό επιστημονικό διάλογο.